Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014
ΠΛΑΤΩΝΑ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ - ΕΝΟΤΗΤΑ 7η
Πρώτο μέρος : η διδασκαλία της αρετής από τους άριστους άντρες στα παιδιά τους.
Η θέση του Σω. : Η αδυναμία των αρίστων ανδρών να διδάξουν στα παιδιά τους την αρετή
• Ο Σω. στην ενότητα 1 στήριξε την άποψη ότι η αρετή δεν είναι διδακτή με το επιχείρημα ότι οι άριστοι πολιτικοί (όπως π.χ. ο Περικλής) δεν μπορούν να μεταδώσουν στους γιους τους την πολιτική αρετή που διακρίνει τους ίδιους. Εδώ ο Πρωτ. απαντά στο Σω. αλλοιώνοντας τη διατύπωση του Σω.: ο Σω. δεν είχε αναρωτηθεί γιατί συμβαίνει αυτό («για ποιον λόνο οι αγαθοί άνδρες... δεν είναι σε θέση να βελτιώσουν τους γιους τους στην αρετή...»), αλλά είχε εξάγει το βέβαιο συμπέρασμα ότι «η αρετή δεν είναι διδακτή». Ο Πρωτ. έχοντας ήδη υποστηρίξει το αντίθετο (η αρετή είναι διδακτή), θα αιτιολογήσει τη δική του θέση.
Η ανασκευή από τον Πρωτ. της θέσης του Σω.
• Η μέθοδος του Πρωταγόρα : «Για το θέμα αυτό δε θα σου πω μύθο αλλά λόγο.» Ο Πρωταγόρας, χρησιμοποιώντας λογικά επιχειρήματα, αντικρούει τη δεύτερη αντίρρηση-επιχείρημα του Σωκράτη, ότι δεν μπορούν οι άριστοι πολιτικοί να μεταδώσουν στους γιους τους την πολιτική αρετή
• «Λόγος» : διάλεξη, ανάπτυξη λογικών επιχειρημάτων. Με τον «λόγον», η σκέψη θα γίνει πυκνότερη, θα κινητοποιήσει τη λογική και θα βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Ο μύθος και ο λόγος (διάλεξη) είναι μέθοδοι διδασκαλίας των σοφιστών. Ο Πλάτων και ο Σω. απορρίπτουν τη διάλεξη.
• Η «ἀνδρός ἀρετή» και τα μέρη της ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη πόλεως (Για το θέμα αυτό, Σωκράτη... σε καμιά περίπτωση χωρίς αυτό)
- Ο Πρωτ. αρχίζει την απόδειξη υπενθυμίζοντας ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη πόλεως είναι η καθολικότητα της πολιτικής αρετής, η συμμετοχή όλων σ' αυτήν (η θέση αυτή θεωρείται δεδομένη και έχει διεξοδικά συζητηθεί στις ενότητες 4 και 5).
- Εδώ η πολιτική αρετή αναφέρεται ως «ανδρός άρετή», ως ένα σύνολο επιμέρους αρετών («μόρια της ἀρετῆς» : δικαιοσύνη, σωφροσύνη οσιότητα).
• Ανδρός αρετή : Την πολιτική αρετή την αναφέρει εδώ ο Πρ. ως ανδρός αρετήν, την οποία συνιστούν η δικαιοσύνη, η σωφροσύνη και η οσιότητα ( η ευσέβεια ), που είναι μέρη της. Η αρετή παρά την πολυσημία της αποτελεί τη συνισταμένη όλων αυτών των επιμέρους εννοιών, είναι δηλαδή ενιαία, αντίθετα με την τέχνη, η οποία επιμερίζεται σε πολλά ‘’ ειρηνικά’’ καλούμενα επαγγέλματα: αρχιτεκτονική- μεταλλουργία- κεραμική... Με τη φράση αυτή υπονοείται ότι στην ανδροκρατούμενη κοινωνία των αρχαίων πολίτες είναι μόνο οι άνδρες και μόνο αυτοί συμμετέχουν στην πολιτική ζωή. Η αρετή της γυναίκας ήταν να ασχολείται με τις δουλειές του σπιτιού και να είναι υπάκουη στον άνδρα.
• Η δυνατότητα ηθικής βελτίωσης (και εάν σε περίπτωση που κάποιος... και μετά την τιμωρία•) Όσους δεν έχουν μερίδιο στην αρετή πρέπει να τους οδηγούμε στην αρετή, βελτιώ¬νοντας τους. Τα μέσα της ηθικής βελτίωσης είναι η διδασκαλία και η τιμωρία. Αν ωστόσο δεν προσαρμόζονται, πρέπει να εκδιώκονται από την πόλη (εξορία) ή να θανατώνονται.
• Οι συνέπειες για όσους δεν αποκτούν την αρετή
Η εξορία και η θανάτωση των αδίκων : στο μύθο του Προμηθέα ο Δίας θεσπίζει την ποινή της θανάτωσης όσων δεν έχουν συμμετοχή στην πολιτική αρετή και τους παρομοιάζει με σωματική νόσο. Εδώ προστίθενται και άλλες βαρύτατες ποινές: ο θάνατος ήταν βέβαια «η εσχάτη των ποινών», όπως και σήμερα, και επιβάλλεται σε όσους θεωρείται ότι δεν επιδέχονται ηθικής βελτίωσης και αποτελούν κίνδυνο για την ομαλή λειτουργία της πόλης. «Αποβάλλονται» έτσι από την ανθρώπινη κοινωνία και μάλιστα με τον πιο απόλυτο τρόπο. Με την ποινή της εξορίας, που μοιάζει –και είναι βέβαια- ελαφρύτερη, ο άδικος άνθρωπος επίσης αποβάλλεται (για ένα διάστημα ή και για πάντα) από την κοινωνία. Για τον πολίτη μιας αρχαίας πόλεως αυτό αποτελεί μέγιστη ατίμωση και μπορεί να θεωρηθεί ως μια μορφή θανάτου, αφού η ζωή του πολίτη μπορεί να νοηθεί μόνο στο πλαίσιο της πόλης. Η θανάτωση, η εξορία αλλά και η δήμευση της περιουσίας επιφέρουν «τη συνολική καταστροφή του οἴκου», το ξεκλήρισμα της οικογένειας, συνέπειες δηλαδή όχι μόνο οδυνηρές οικονομικά, αλλά, κυρίως, εντελώς ταπεινωτικές για έναν πολίτη: αυτός (αν δεν θανατωθεί) και τα μέλη του «οἶκου» του χάνουν το κοινωνικό τους κύρος και περιφέρονται χωρίς εστία και βιός («ἀνέστιοι και πένητες»).
Σύνοψη της απόδειξης και συμπέρασμα
• Όλοι δέχονται ότι η αρετή είναι διδακτή.
• Οι αγαθοί άνδρες διδάσκουν στα παιδιά τους όλα τα άλλα, η άγνοια των οποίων δεν οδηγεί στο θάνατο ή άλλη εξοντωτική ποινή
Άρα, δεν μπορεί παρά να διδάσκουν και αυτό που, αν δεν το γνωρίζουν, τα περιμένει θάνατος, εξορία κ.τ.λ., δηλαδή την πολιτική αρετή.
• Ο Πρωτ. καταλήγει σε μια διαπίστωση που αποτελεί «άτοπον», παράλογο («εἰς ἄτοπον ἀπαγωγή»). Συνεπώς και η αφετηρία του συλλογισμού είναι «ἄτοπον», δεν μπορεί να ισχύει δηλαδή το ότι οι αγαθοί άνδρες δεν διδάσκουν την αρετή στα παιδιά τους. Αυτό θα ήταν αντίθετο στην κοινή λογική κατά την οποία ένας πατέρας επιδιώκει το καλό του παιδιού του. Αν, λοιπόν, δεν του διδάσκει την αρετή, το οδηγεί στην καταδίκη του σε θάνατο, εξορία κλπ. Ο Πρωτ. αποδεικνύει αρνητικά (=αν δεν τη δίδασκαν, θα τα οδηγούσαν στην καταδίκη…) για ποιο λόγο δεν μπορεί παρά να διδάσκουν οι αγαθοί πολίτες την πολιτική αρετή στα παιδιά τους.
• Ο Πρωτ. για την εξαγωγή του συμπεράσματος χρησιμοποιεί το συλλογισμό «ἐκ τοῦ ἐλάσσο-νος προς τό μεῖζον» : από το μικρότερο, το λιγότερο σημαντικό (ενν. από τη διδα¬σκαλία της ανάγνωσης, των μαθηματικών κ.ά. που η έλλειψή της δεν επιφέρει ποινή), στο μεγαλύτερο, στο πιο ση¬μαντικό (στη διδασκαλία της αρετής, που η έλλειψή της επιφέρει βαρύτατες ποινές).
Η φραστική διατύπωση της απόδειξης
Ο Πρωτ. χρησιμοποιεί :
• μια ρητορι¬κή ερώτηση : «υπάρχει ένα πράγμα στο οποίο είναι αναγκαίο να μετέχουν όλοι οι πολίτες, προκειμένου να είναι δυνατή η ύπαρξη πόλεως, ή δεν υπάρχει;» Την απάντηση δίνει ο ίδιος πιο κάτω : ναι, υπάρχει και είναι η ἀνδρός ἀρετή (=η πολιτική αρετή)
• επτά διαδοχικές υποθετικές προτάσεις : διατυπώνονται ρητορικά ως υποθέσεις χωρίς απόδοση («ανανταπόδοτο σχήμα»). Για όλες τις υποθετικές προτάσεις όμως υπάρχει η κοινή απόδοση «σκέψου τι περίεργα πλάσματα είναι αυτοί οι αγαθοί άνδρες». Οι υποθετικές προτάσεις νοούνται ως προτάσεις αποφαντικές, ως δεδομένες θέσεις.
• Με αυτά τα εκφραστικά μέσα ο λόγος γίνεται πιο εντυπωσιακός. Κατ’ άλλους, ο Πλάτων επιδιώκει να παρουσιάσει έναν Πρωταγόρα που βρίσκεται σε αμηχανία και δυσκο¬λεύεται να διατυπώσει λογικά την απόδειξη του, γι' αυτό φλυαρεί, επιδιώκει τον εντυπωσιασμό και πλατειάζει με ανακόλουθα, επαναλήψεις και λόγο χαλαρό.
Κριτική της απόδειξης
1. Ο Πρωτ. παρουσιάζεται από τον Πλάτωνα να διατυπώνει όχι αυστηρά λογικά και πειστικά επιχειρήματα, με λόγο που παρεκκλίνει από το στοχα¬στικό ύφος και έχει ρητορικά στοιχεία εντυπωσιασμού (ρητορικές ερωτήσεις και αλλεπάλληλες υποθέσεις).
2. Ο Πρωτ. αλλοιώνει τη θέση του Σωκράτη (βλ. παραπάνω), για να αποδείξει αυτό που θέλει ο ίδιος και όχι αυτό που πρέπει.
3. Χρησιμοποιεί δεοντολογικές διατυπώσεις (τέσσερα «πρέπει να»), που δεν είναι πειστικές (πρέπει οι απο¬δεικτικές προτάσεις να είναι αποφαντικές και όχι δεοντολογικές ώστε να έχουν λογική ισχύ). Λέει, δηλαδή, τι πρέπει να γίνεται (π.χ. πρέπει να τον διδάσκουμε...)και όχι τι συμβαίνει στην πραγματικότητα (τον διδάσκουμε...).
4. Δεν αποδεικνύει τη θέση του θετικά, αλλά αρνητικά : λέει ότι θα ήταν αδιανόητο να μην ισχύει, χωρίς να αιτιολογεί γιατί ισχύει.
Δεύτερο μέρος : Η διά βίου εκπαίδευση των Αθηναίων ως απόδειξη του διδακτού της αρετής
1. Τα τρία στάδια της αγωγής στον ιδιωτικό και στο δημόσιο βίο
Σε όλη τη ζωή τους οι Αθηναίοι διδάσκονται την αρετή με διάφορους τρόπους και μεθόδους :
• Στη νηπιακή ηλικία : οι γονείς, η παραμάνα και ο παιδαγωγός δίνουν στο παιδί τις βάσεις της ηθικής συμπεριφοράς.
• Στην παιδική και στην εφηβική ηλικία : οι δάσκαλοι φροντίζουν περισσότερο για τη διαμόρφωση της ηθικής προσωπικότητας του παιδιού παρά για την παροχή γνώσεων.
• Ως πολίτες : η πολιτεία τους υποχρεώνει να μαθαίνουν τους νόμους (που καθορίζουν τι είναι δίκαιο και τι όχι) και να ζουν σύμφωνα με τις επιταγές τους, είτε ασκούν δημόσια αξιώματα είτε όχι.
Το εκπαιδευτικό σύστημα της Αθήνας
Α. Πρώτο στάδιο : ηλικία: νηπιακή (ως το 6ο ή 7ο έτος) , φορείς: η οικογένεια (γονείς, παραμάνα, παιδαγωγός), περιεχόμενο: ηθικοπλαστικό (δίκαιο - άδικο, καλό - κακό κτλ.) , στόχος: η ηθική βελτίωση του παιδιού (διδασκαλία αρετής) , μέθοδοι: νουθεσίες, διδασκαλία - απειλές, χτυπήματα
Β. Δεύτερο στάδιο : ηλικία: παιδική, εφηβική (από το 6ο ή 7ο ως το 18ο έτος) , φορείς: δάσκαλος (στο σπίτι του), περιεχόμενο: ηθοπλαστικό και γνωστικό (ανάγνωση και γραφή, μουσι¬κή - ποιήματα μεγάλων ποιητών) , στόχος: η ευκοσμία των παιδιών (καλή και ηθική συμπεριφορά), μέθοδοι: διδασκαλία, παραδείγματα προς μίμηση (των αρχαίων ηρώων)
Γ. Τρίτο στάδιο :ηλικία: ανδρική (από το 18ο έτος και πάνω) , φορείς: πολιτεία, κοινωνία, περιεχόμενο: πολιτικό (εκμάθηση των νόμων, δηλ. της πολιτικής αρετής), στόχος: η πολιτική αγωγή: να ζουν οι πολίτες σύμφωνα με τους νό¬μους (μαθαίνοντας να άρχουν και να άρχονται) , μέθοδοι: κυρώσεις στους παραβάτες των νόμων (εὐθύναι)
Τα γνωρίσματα της εκπαίδευσης στην αρχαία Αθήνα
1. δια βίου εκπαίδευση: διαδικασία συνεχής από τη νηπιακή ως την ώριμη ηλικία. Πέρα από τη διδασκαλία στο σπίτι και στο δάσκαλο, η πόλη δίδασκε με τους νόμους (δημοσιεύονταν σε μεγάλες ξύλινες πλάκες σε δημόσιο χώρο, ώστε να τους διαβάζουν όλοι οι πολίτες) αλλά και με πολλούς άλλους παιδευ¬τικούς θεσμούς (γιορτές, τελετές, θέατρο και άλλοι καλλιτεχνικοί αγώνες κ.ά.).
2. ιδιωτική : οι δαπάνες της διδασκαλίας στο σπίτι και στον ιδιωτικό δάσκαλο επιβάρυναν αποκλειστικά την οικογένεια του παιδιού. Γι’ αυτό και κυρίως οι πλούσιοι μόρ¬φωναν τα παιδιά τους, γιατί η εκπαίδευση ήταν δαπανηρή.
3. ανοιχτή, χωρίς προκαθορισμένα όρια και περιεχόμενο (ενώ στη Σπάρτη η αγωγή των παιδιών ήταν καθορισμένη από την πολιτεία, η οποία και την αναλάμβανε).
4. Ως προς το περιεχόμενο και τους στόχους ο χαρακτήρας της εκπαίδευσης ήταν κυρίως ηθικοπλαστικός, αφού η αγωγή σε όλες τις βαθμίδες αποσκοπούσε στην κατάκτηση της αρετής με την ηθική διαπαιδαγώγηση.
Τα μέσα της αγωγής
1. οι νουθεσίες (προτρεπτικές ή αποτρεπτικές) και η προβολή παραδειγμά¬των για μίμηση : μέσα για τη διάπλαση της προσωπικότη¬τας του και στην κατάκτηση της αρετής. Τα μέσα αυτά τα υιοθετεί και η σύγ¬χρονη παιδαγωγική.
2. οι απειλές, τα χτυπήματα : σωφρονιστικές μέθοδοι, για συμμόρφωση στις υποδείξεις και τις διδασκαλίες ( «ισιώνουν», και τα « Ό μή δαρείς άνθρωπος ού παιδεύεται» και «Το ξύλο βγήκε απ' τον Παράδεισο» ). Η νεότερη παιδαγωγική απορρίπτει τα μέσα αυτά ως άσκηση σωματικής και ψυχολογικής βίας, που προσβάλλουν την προσωπικότητα του παιδιού και δημιουργούν ψυχικά τραύματα (ο ξυλοδαρμός απαγορεύεται σήμερα από το νόμο). Στην αρχαία Αθήνα όμως αυτές οι αυταρχικές μέθοδοι αγωγής ήταν σε χρήση.
Η παρομοίωση
• Ο Πρωταγόρας χρησιμοποιεί μιαν εύστοχη παρομοίωση: όταν το παιδί παρεκ¬κλίνει από τα όρια που του επιβάλλονται (δηλαδή από τους κανόνες της αρετής), εκείνοι που ασκούν το έργο της α-γωγής το επαναφέρουν στην ευθεία, δηλαδή στο ορθό δρόμο της αρετής (εύθύνουσιν), όπως ισιώνουμε ένα δέ¬ντρο που λυγίζει και γέρνει. Η παρομοίωση αυτή προετοιμάζει την ετυμολογι¬κή ερμηνεία που θα δοθεί λίγο πιο κάτω στη λέξη «εὐθύναι».
• «Εὐθύναι» : η λογοδοσία που ήταν υποχρεωμένος να κάνει σε ειδικούς ελεγκτές ένας άρχοντας για τα πεπραγμένα του, όταν τελείωνε ο χρόνος της εξουσίας του. Έτσι ονομάζονταν και οι κυρώσεις που του επιβάλλονταν, αν διαπιστωνόταν κατάχρηση της εξουσίας του ή παραλείψεις.
2. Συμπέρασμα για το διδακτό της αρετής
• Αυτή η τόσο πλατιά και μακρόχρονη προσπάθεια διδασκαλίας της αρετής, που καταβάλλεται από τόσους ανθρώπους και στον ιδιωτικό και στο δημό¬σιο τομέα, αποδεικνύει ότι μπορεί να διδαχτεί. Η ίδια λοιπόν η πραγματικότητα αποδεικνύει ότι η αρετή είναι διδακτή.
• Το συμπέρασμα του Πρωταγόρα διατυπώνεται με τρόπο έντονο και σχεδόν θριαμβικό (με ρητορική ερώτηση, όπως και το προηγούμενο). Έτσι, ο μεγάλος σοφός παρουσιάζεται γεμάτος αυτοπεποίθηση και σίγουρος ότι ολοκλήρωσε με επιτυχία την απόδειξη για την ορθότητα της θέσης του.
Κριτική της απόδειξης :
• Το συμπέ¬ρασμα του Πρωτ., καθώς στηρίζεται στην πραγματικότητα, είναι πειστικό, όσο και αν δεν απορρέει από λογικές κατασκευές που θα ακολουθούσαν κανόνες της τυπικής λογικής. Θα μπορούσε ωστόσο να καταλογιστεί ως ασθενές σημείο του συμπεράσματος το ότι στηρίζεται σε όσα πρέπει να αποδειχτούν.
Πρώτο μέρος : η διδασκαλία της αρετής από τους άριστους άντρες στα παιδιά τους.
Η θέση του Σω. : Η αδυναμία των αρίστων ανδρών να διδάξουν στα παιδιά τους την αρετή
• Ο Σω. στην ενότητα 1 στήριξε την άποψη ότι η αρετή δεν είναι διδακτή με το επιχείρημα ότι οι άριστοι πολιτικοί (όπως π.χ. ο Περικλής) δεν μπορούν να μεταδώσουν στους γιους τους την πολιτική αρετή που διακρίνει τους ίδιους. Εδώ ο Πρωτ. απαντά στο Σω. αλλοιώνοντας τη διατύπωση του Σω.: ο Σω. δεν είχε αναρωτηθεί γιατί συμβαίνει αυτό («για ποιον λόνο οι αγαθοί άνδρες... δεν είναι σε θέση να βελτιώσουν τους γιους τους στην αρετή...»), αλλά είχε εξάγει το βέβαιο συμπέρασμα ότι «η αρετή δεν είναι διδακτή». Ο Πρωτ. έχοντας ήδη υποστηρίξει το αντίθετο (η αρετή είναι διδακτή), θα αιτιολογήσει τη δική του θέση.
Η ανασκευή από τον Πρωτ. της θέσης του Σω.
• Η μέθοδος του Πρωταγόρα : «Για το θέμα αυτό δε θα σου πω μύθο αλλά λόγο.» Ο Πρωταγόρας, χρησιμοποιώντας λογικά επιχειρήματα, αντικρούει τη δεύτερη αντίρρηση-επιχείρημα του Σωκράτη, ότι δεν μπορούν οι άριστοι πολιτικοί να μεταδώσουν στους γιους τους την πολιτική αρετή
• «Λόγος» : διάλεξη, ανάπτυξη λογικών επιχειρημάτων. Με τον «λόγον», η σκέψη θα γίνει πυκνότερη, θα κινητοποιήσει τη λογική και θα βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Ο μύθος και ο λόγος (διάλεξη) είναι μέθοδοι διδασκαλίας των σοφιστών. Ο Πλάτων και ο Σω. απορρίπτουν τη διάλεξη.
• Η «ἀνδρός ἀρετή» και τα μέρη της ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη πόλεως (Για το θέμα αυτό, Σωκράτη... σε καμιά περίπτωση χωρίς αυτό)
- Ο Πρωτ. αρχίζει την απόδειξη υπενθυμίζοντας ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη πόλεως είναι η καθολικότητα της πολιτικής αρετής, η συμμετοχή όλων σ' αυτήν (η θέση αυτή θεωρείται δεδομένη και έχει διεξοδικά συζητηθεί στις ενότητες 4 και 5).
- Εδώ η πολιτική αρετή αναφέρεται ως «ανδρός άρετή», ως ένα σύνολο επιμέρους αρετών («μόρια της ἀρετῆς» : δικαιοσύνη, σωφροσύνη οσιότητα).
• Ανδρός αρετή : Την πολιτική αρετή την αναφέρει εδώ ο Πρ. ως ανδρός αρετήν, την οποία συνιστούν η δικαιοσύνη, η σωφροσύνη και η οσιότητα ( η ευσέβεια ), που είναι μέρη της. Η αρετή παρά την πολυσημία της αποτελεί τη συνισταμένη όλων αυτών των επιμέρους εννοιών, είναι δηλαδή ενιαία, αντίθετα με την τέχνη, η οποία επιμερίζεται σε πολλά ‘’ ειρηνικά’’ καλούμενα επαγγέλματα: αρχιτεκτονική- μεταλλουργία- κεραμική... Με τη φράση αυτή υπονοείται ότι στην ανδροκρατούμενη κοινωνία των αρχαίων πολίτες είναι μόνο οι άνδρες και μόνο αυτοί συμμετέχουν στην πολιτική ζωή. Η αρετή της γυναίκας ήταν να ασχολείται με τις δουλειές του σπιτιού και να είναι υπάκουη στον άνδρα.
• Η δυνατότητα ηθικής βελτίωσης (και εάν σε περίπτωση που κάποιος... και μετά την τιμωρία•) Όσους δεν έχουν μερίδιο στην αρετή πρέπει να τους οδηγούμε στην αρετή, βελτιώ¬νοντας τους. Τα μέσα της ηθικής βελτίωσης είναι η διδασκαλία και η τιμωρία. Αν ωστόσο δεν προσαρμόζονται, πρέπει να εκδιώκονται από την πόλη (εξορία) ή να θανατώνονται.
• Οι συνέπειες για όσους δεν αποκτούν την αρετή
Η εξορία και η θανάτωση των αδίκων : στο μύθο του Προμηθέα ο Δίας θεσπίζει την ποινή της θανάτωσης όσων δεν έχουν συμμετοχή στην πολιτική αρετή και τους παρομοιάζει με σωματική νόσο. Εδώ προστίθενται και άλλες βαρύτατες ποινές: ο θάνατος ήταν βέβαια «η εσχάτη των ποινών», όπως και σήμερα, και επιβάλλεται σε όσους θεωρείται ότι δεν επιδέχονται ηθικής βελτίωσης και αποτελούν κίνδυνο για την ομαλή λειτουργία της πόλης. «Αποβάλλονται» έτσι από την ανθρώπινη κοινωνία και μάλιστα με τον πιο απόλυτο τρόπο. Με την ποινή της εξορίας, που μοιάζει –και είναι βέβαια- ελαφρύτερη, ο άδικος άνθρωπος επίσης αποβάλλεται (για ένα διάστημα ή και για πάντα) από την κοινωνία. Για τον πολίτη μιας αρχαίας πόλεως αυτό αποτελεί μέγιστη ατίμωση και μπορεί να θεωρηθεί ως μια μορφή θανάτου, αφού η ζωή του πολίτη μπορεί να νοηθεί μόνο στο πλαίσιο της πόλης. Η θανάτωση, η εξορία αλλά και η δήμευση της περιουσίας επιφέρουν «τη συνολική καταστροφή του οἴκου», το ξεκλήρισμα της οικογένειας, συνέπειες δηλαδή όχι μόνο οδυνηρές οικονομικά, αλλά, κυρίως, εντελώς ταπεινωτικές για έναν πολίτη: αυτός (αν δεν θανατωθεί) και τα μέλη του «οἶκου» του χάνουν το κοινωνικό τους κύρος και περιφέρονται χωρίς εστία και βιός («ἀνέστιοι και πένητες»).
Σύνοψη της απόδειξης και συμπέρασμα
• Όλοι δέχονται ότι η αρετή είναι διδακτή.
• Οι αγαθοί άνδρες διδάσκουν στα παιδιά τους όλα τα άλλα, η άγνοια των οποίων δεν οδηγεί στο θάνατο ή άλλη εξοντωτική ποινή
Άρα, δεν μπορεί παρά να διδάσκουν και αυτό που, αν δεν το γνωρίζουν, τα περιμένει θάνατος, εξορία κ.τ.λ., δηλαδή την πολιτική αρετή.
• Ο Πρωτ. καταλήγει σε μια διαπίστωση που αποτελεί «άτοπον», παράλογο («εἰς ἄτοπον ἀπαγωγή»). Συνεπώς και η αφετηρία του συλλογισμού είναι «ἄτοπον», δεν μπορεί να ισχύει δηλαδή το ότι οι αγαθοί άνδρες δεν διδάσκουν την αρετή στα παιδιά τους. Αυτό θα ήταν αντίθετο στην κοινή λογική κατά την οποία ένας πατέρας επιδιώκει το καλό του παιδιού του. Αν, λοιπόν, δεν του διδάσκει την αρετή, το οδηγεί στην καταδίκη του σε θάνατο, εξορία κλπ. Ο Πρωτ. αποδεικνύει αρνητικά (=αν δεν τη δίδασκαν, θα τα οδηγούσαν στην καταδίκη…) για ποιο λόγο δεν μπορεί παρά να διδάσκουν οι αγαθοί πολίτες την πολιτική αρετή στα παιδιά τους.
• Ο Πρωτ. για την εξαγωγή του συμπεράσματος χρησιμοποιεί το συλλογισμό «ἐκ τοῦ ἐλάσσο-νος προς τό μεῖζον» : από το μικρότερο, το λιγότερο σημαντικό (ενν. από τη διδα¬σκαλία της ανάγνωσης, των μαθηματικών κ.ά. που η έλλειψή της δεν επιφέρει ποινή), στο μεγαλύτερο, στο πιο ση¬μαντικό (στη διδασκαλία της αρετής, που η έλλειψή της επιφέρει βαρύτατες ποινές).
Η φραστική διατύπωση της απόδειξης
Ο Πρωτ. χρησιμοποιεί :
• μια ρητορι¬κή ερώτηση : «υπάρχει ένα πράγμα στο οποίο είναι αναγκαίο να μετέχουν όλοι οι πολίτες, προκειμένου να είναι δυνατή η ύπαρξη πόλεως, ή δεν υπάρχει;» Την απάντηση δίνει ο ίδιος πιο κάτω : ναι, υπάρχει και είναι η ἀνδρός ἀρετή (=η πολιτική αρετή)
• επτά διαδοχικές υποθετικές προτάσεις : διατυπώνονται ρητορικά ως υποθέσεις χωρίς απόδοση («ανανταπόδοτο σχήμα»). Για όλες τις υποθετικές προτάσεις όμως υπάρχει η κοινή απόδοση «σκέψου τι περίεργα πλάσματα είναι αυτοί οι αγαθοί άνδρες». Οι υποθετικές προτάσεις νοούνται ως προτάσεις αποφαντικές, ως δεδομένες θέσεις.
• Με αυτά τα εκφραστικά μέσα ο λόγος γίνεται πιο εντυπωσιακός. Κατ’ άλλους, ο Πλάτων επιδιώκει να παρουσιάσει έναν Πρωταγόρα που βρίσκεται σε αμηχανία και δυσκο¬λεύεται να διατυπώσει λογικά την απόδειξη του, γι' αυτό φλυαρεί, επιδιώκει τον εντυπωσιασμό και πλατειάζει με ανακόλουθα, επαναλήψεις και λόγο χαλαρό.
Κριτική της απόδειξης
1. Ο Πρωτ. παρουσιάζεται από τον Πλάτωνα να διατυπώνει όχι αυστηρά λογικά και πειστικά επιχειρήματα, με λόγο που παρεκκλίνει από το στοχα¬στικό ύφος και έχει ρητορικά στοιχεία εντυπωσιασμού (ρητορικές ερωτήσεις και αλλεπάλληλες υποθέσεις).
2. Ο Πρωτ. αλλοιώνει τη θέση του Σωκράτη (βλ. παραπάνω), για να αποδείξει αυτό που θέλει ο ίδιος και όχι αυτό που πρέπει.
3. Χρησιμοποιεί δεοντολογικές διατυπώσεις (τέσσερα «πρέπει να»), που δεν είναι πειστικές (πρέπει οι απο¬δεικτικές προτάσεις να είναι αποφαντικές και όχι δεοντολογικές ώστε να έχουν λογική ισχύ). Λέει, δηλαδή, τι πρέπει να γίνεται (π.χ. πρέπει να τον διδάσκουμε...)και όχι τι συμβαίνει στην πραγματικότητα (τον διδάσκουμε...).
4. Δεν αποδεικνύει τη θέση του θετικά, αλλά αρνητικά : λέει ότι θα ήταν αδιανόητο να μην ισχύει, χωρίς να αιτιολογεί γιατί ισχύει.
Δεύτερο μέρος : Η διά βίου εκπαίδευση των Αθηναίων ως απόδειξη του διδακτού της αρετής
1. Τα τρία στάδια της αγωγής στον ιδιωτικό και στο δημόσιο βίο
Σε όλη τη ζωή τους οι Αθηναίοι διδάσκονται την αρετή με διάφορους τρόπους και μεθόδους :
• Στη νηπιακή ηλικία : οι γονείς, η παραμάνα και ο παιδαγωγός δίνουν στο παιδί τις βάσεις της ηθικής συμπεριφοράς.
• Στην παιδική και στην εφηβική ηλικία : οι δάσκαλοι φροντίζουν περισσότερο για τη διαμόρφωση της ηθικής προσωπικότητας του παιδιού παρά για την παροχή γνώσεων.
• Ως πολίτες : η πολιτεία τους υποχρεώνει να μαθαίνουν τους νόμους (που καθορίζουν τι είναι δίκαιο και τι όχι) και να ζουν σύμφωνα με τις επιταγές τους, είτε ασκούν δημόσια αξιώματα είτε όχι.
Το εκπαιδευτικό σύστημα της Αθήνας
Α. Πρώτο στάδιο : ηλικία: νηπιακή (ως το 6ο ή 7ο έτος) , φορείς: η οικογένεια (γονείς, παραμάνα, παιδαγωγός), περιεχόμενο: ηθικοπλαστικό (δίκαιο - άδικο, καλό - κακό κτλ.) , στόχος: η ηθική βελτίωση του παιδιού (διδασκαλία αρετής) , μέθοδοι: νουθεσίες, διδασκαλία - απειλές, χτυπήματα
Β. Δεύτερο στάδιο : ηλικία: παιδική, εφηβική (από το 6ο ή 7ο ως το 18ο έτος) , φορείς: δάσκαλος (στο σπίτι του), περιεχόμενο: ηθοπλαστικό και γνωστικό (ανάγνωση και γραφή, μουσι¬κή - ποιήματα μεγάλων ποιητών) , στόχος: η ευκοσμία των παιδιών (καλή και ηθική συμπεριφορά), μέθοδοι: διδασκαλία, παραδείγματα προς μίμηση (των αρχαίων ηρώων)
Γ. Τρίτο στάδιο :ηλικία: ανδρική (από το 18ο έτος και πάνω) , φορείς: πολιτεία, κοινωνία, περιεχόμενο: πολιτικό (εκμάθηση των νόμων, δηλ. της πολιτικής αρετής), στόχος: η πολιτική αγωγή: να ζουν οι πολίτες σύμφωνα με τους νό¬μους (μαθαίνοντας να άρχουν και να άρχονται) , μέθοδοι: κυρώσεις στους παραβάτες των νόμων (εὐθύναι)
Τα γνωρίσματα της εκπαίδευσης στην αρχαία Αθήνα
1. δια βίου εκπαίδευση: διαδικασία συνεχής από τη νηπιακή ως την ώριμη ηλικία. Πέρα από τη διδασκαλία στο σπίτι και στο δάσκαλο, η πόλη δίδασκε με τους νόμους (δημοσιεύονταν σε μεγάλες ξύλινες πλάκες σε δημόσιο χώρο, ώστε να τους διαβάζουν όλοι οι πολίτες) αλλά και με πολλούς άλλους παιδευ¬τικούς θεσμούς (γιορτές, τελετές, θέατρο και άλλοι καλλιτεχνικοί αγώνες κ.ά.).
2. ιδιωτική : οι δαπάνες της διδασκαλίας στο σπίτι και στον ιδιωτικό δάσκαλο επιβάρυναν αποκλειστικά την οικογένεια του παιδιού. Γι’ αυτό και κυρίως οι πλούσιοι μόρ¬φωναν τα παιδιά τους, γιατί η εκπαίδευση ήταν δαπανηρή.
3. ανοιχτή, χωρίς προκαθορισμένα όρια και περιεχόμενο (ενώ στη Σπάρτη η αγωγή των παιδιών ήταν καθορισμένη από την πολιτεία, η οποία και την αναλάμβανε).
4. Ως προς το περιεχόμενο και τους στόχους ο χαρακτήρας της εκπαίδευσης ήταν κυρίως ηθικοπλαστικός, αφού η αγωγή σε όλες τις βαθμίδες αποσκοπούσε στην κατάκτηση της αρετής με την ηθική διαπαιδαγώγηση.
Τα μέσα της αγωγής
1. οι νουθεσίες (προτρεπτικές ή αποτρεπτικές) και η προβολή παραδειγμά¬των για μίμηση : μέσα για τη διάπλαση της προσωπικότη¬τας του και στην κατάκτηση της αρετής. Τα μέσα αυτά τα υιοθετεί και η σύγ¬χρονη παιδαγωγική.
2. οι απειλές, τα χτυπήματα : σωφρονιστικές μέθοδοι, για συμμόρφωση στις υποδείξεις και τις διδασκαλίες ( «ισιώνουν», και τα « Ό μή δαρείς άνθρωπος ού παιδεύεται» και «Το ξύλο βγήκε απ' τον Παράδεισο» ). Η νεότερη παιδαγωγική απορρίπτει τα μέσα αυτά ως άσκηση σωματικής και ψυχολογικής βίας, που προσβάλλουν την προσωπικότητα του παιδιού και δημιουργούν ψυχικά τραύματα (ο ξυλοδαρμός απαγορεύεται σήμερα από το νόμο). Στην αρχαία Αθήνα όμως αυτές οι αυταρχικές μέθοδοι αγωγής ήταν σε χρήση.
Η παρομοίωση
• Ο Πρωταγόρας χρησιμοποιεί μιαν εύστοχη παρομοίωση: όταν το παιδί παρεκ¬κλίνει από τα όρια που του επιβάλλονται (δηλαδή από τους κανόνες της αρετής), εκείνοι που ασκούν το έργο της α-γωγής το επαναφέρουν στην ευθεία, δηλαδή στο ορθό δρόμο της αρετής (εύθύνουσιν), όπως ισιώνουμε ένα δέ¬ντρο που λυγίζει και γέρνει. Η παρομοίωση αυτή προετοιμάζει την ετυμολογι¬κή ερμηνεία που θα δοθεί λίγο πιο κάτω στη λέξη «εὐθύναι».
• «Εὐθύναι» : η λογοδοσία που ήταν υποχρεωμένος να κάνει σε ειδικούς ελεγκτές ένας άρχοντας για τα πεπραγμένα του, όταν τελείωνε ο χρόνος της εξουσίας του. Έτσι ονομάζονταν και οι κυρώσεις που του επιβάλλονταν, αν διαπιστωνόταν κατάχρηση της εξουσίας του ή παραλείψεις.
2. Συμπέρασμα για το διδακτό της αρετής
• Αυτή η τόσο πλατιά και μακρόχρονη προσπάθεια διδασκαλίας της αρετής, που καταβάλλεται από τόσους ανθρώπους και στον ιδιωτικό και στο δημό¬σιο τομέα, αποδεικνύει ότι μπορεί να διδαχτεί. Η ίδια λοιπόν η πραγματικότητα αποδεικνύει ότι η αρετή είναι διδακτή.
• Το συμπέρασμα του Πρωταγόρα διατυπώνεται με τρόπο έντονο και σχεδόν θριαμβικό (με ρητορική ερώτηση, όπως και το προηγούμενο). Έτσι, ο μεγάλος σοφός παρουσιάζεται γεμάτος αυτοπεποίθηση και σίγουρος ότι ολοκλήρωσε με επιτυχία την απόδειξη για την ορθότητα της θέσης του.
Κριτική της απόδειξης :
• Το συμπέ¬ρασμα του Πρωτ., καθώς στηρίζεται στην πραγματικότητα, είναι πειστικό, όσο και αν δεν απορρέει από λογικές κατασκευές που θα ακολουθούσαν κανόνες της τυπικής λογικής. Θα μπορούσε ωστόσο να καταλογιστεί ως ασθενές σημείο του συμπεράσματος το ότι στηρίζεται σε όσα πρέπει να αποδειχτούν.
ΠΛΑΤΩΝΑ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ - ΕΝΟΤΗΤΑ 6η
Θέμα : Η παιδευτική σημασία της τιμωρίας ως απόδειξη για το διδακτό της αρετής.
Ερμηνευτικά - Πραγματολογικά σχόλια
• Ένθα δή πας.......κτητης ούσης: Η φράση αυτή συνδέει την αποδεικτέα θέση της προηγούμενης ενότητας με την αποδεικτέα θέση που θα παρουσιαστεί σ’ αυτή την ενότητα.
Σύμφωνα με τα προηγούμενα, το ότι καθένας θυμώνει και τιμωρεί και συμβουλεύει («οἱ θυμοὶ καὶ αἱ κολάσεις καὶ αἱ νουθετήσεις») όσους δεν έχουν ελαττώματα δοσμένα από τη φύση ή την τύχη, δηλαδή όσους δεν έχουν την πολιτική αρετή, αποδεικνύει ότι αυτή αποκτιέται με μάθηση και διδασκαλία. Αξιοπρόσεκτο είναι ότι, ενώ στο τέλος της προηγούμενης ενότητας γίνεται αναφορά στις τιμωρίες που επιβάλλονται, αυτές λείπουν από το συμπέρασμα, για να γίνει λόγος αποκλειστικά σ’ αυτές στην παρούσα ενότητα ως στοιχείο της επόμενης αποδεικτέας θέσης.
• Ει γάρ εθέλεις εννοησαι........παρασκευαστόν είναι αρετήν: Ο Πρωταγόρας απευθύνεται στον Σωκράτη χρησιμοποιώντας β΄ ενικό πρόσωπο και κλητική προσφώνηση για να του δηλώσει ότι θα χρησιμοποιήσει τη σκοπιμότητα της τιμωρίας για να αποδείξει ότι η αρετή είναι διδακτή. Η λέξη ‘’παρασκευαστόν’’ χρησιμοποιείται ως συνώνυμο του ‘’διδακτόν’’.
• Ουδείς γάρ κολάζει.....ένεκα αδικήματος τιμωρείται: Ο Πρωταγόρας αρχικά ξεκαθαρίζει την σημασία του ‘’κολάζειν’’ και αποκλείει απ’ αυτό την έννοια του ‘’τιμωρείσθαι’’. Η τιμωρία δηλαδή δεν θα χρησιμοποιηθεί εδώ με τη σημασία της άλογης και τυφλής εκδίκησης, με την ανταπόδοση ενός εγκλήματος που έγινε στο παρελθόν. Υπάρχουν βέβαια περιπτώσεις όπου οι άνθρωποι συμπεριφέρονται σαν άγρια ζώα, όμως κανένας δεν ενεργεί έτσι μέσα στην κοινωνία για σκοπούς παιδευτικούς. Πολλές φορές ωστόσο, αυτοί που επιτελούν το έργο της αγωγής ( γονείς, δάσκαλοι, παιδαγωγοί ) επιβάλλουν τιμωρίες κάτω από το κράτος του θυμού, της αγανάκτησης και της οργής εκτονώνοντας έτσι τα δικά τους αρνητικά συναισθήματα περισσότερο και λιγότερο ασκώντας παιδαγωγικό έργο. Άλλες πάλι φορές η τιμωρία γίνεται μέσο εκφοβισμού ή επίδειξης δύναμης του μεγαλύτερου και ισχυρότερου. Ασφαλώς και οι δύο αυτές περιπτώσεις είναι κατακριτέες και απαράδεκτες σύμφωνα με τη σύγχρονη παιδαγωγική, που αποκλείει μάλιστα την τιμωρία ως τρόπο σωφρονισμού.( Στα αρχαία ελληνικά το ρήμα τιμωρούμαι σημαίνει τιμωρώ για να πάρω εκδίκηση, ενώ το ρήμα κολάζω σημαίνει τιμωρώ για επανόρθωση ή διόρθωση. Στα νέα ελληνικά οι λέξεις τιμωρία και ποινή έχουν περίπου την ίδια σημασία. Η τιμωρία επιβάλλεται από γονείς και παιδαγωγούς για ανυπακοή, για παράπτωμα, ή λόγω παραβίασης κάποιων κανόνων και έχει σκοπούς κυρίως παιδαγωγικούς, ενώ η ποινή έχει βαρύτερο χαρακτήρα και επιβάλλεται κυρίως από τα δικαστήρια για σοβαρά παραπτώματα ή για παράνομες πράξεις και συνίσταται σε επιβολή προστίμου, σε στέρηση της ελευθερίας κ. ά. Η λέξη ποινή στα αρχαία ελληνικά σημαίνει την χρηματική κυρίως ικανοποίηση των συγγενών ενός θύματος από το φονιά. Οι παραπάνω λέξεις στην ενότητα δεν έχουν σαφή σημασιολογικά όρια. )
• Ο δέ μετά λόγου επιχειρών.....ο τουτον ιδών κολασθέντα: Ο Πρ. προσδιορίζει το περιεχόμενο της τιμωρίας ως έλλογης πράξης που δεν αποβλέπει στην ακύρωση ή την θεραπεία του αδικήματος που διαπράχθηκε στο παρελθόν, γιατί ό,τι έγινε, έγινε και δεν μπορεί πια να διορθωθεί, αλλά ως μια προσπάθεια που αφορά στο μέλλον το σωφρονισμό εκείνου που διέπραξε την αδικία ( για να μην υποπέσει ξανά στο ίδιο αδίκημα ) και στον παραδειγματισμό των άλλων ( για να μην υποπέσουν κι αυτοί στο μέλλον σε αδίκημα ).
Κριτική της θεωρίας του Πρωταγόρα για την παιδευτική σημασία της τιμωρίας
Ο ρήτορας υποστηρίζει επομένως ως κίνητρο της ποινής το σωφρονιστικό και παιδευτικό της χαρακτήρα και όχι τον εκδικητικό και ανταποδοτικό χαρακτήρα. Η άποψη του Πρωταγόρα κρίνεται ιδιαίτερα ρηξικέλευθη και πρωτοποριακή για την εποχή της, καθώς παρόμοιες αντιλήψεις άρχισαν να ακούγονται και να εφαρμόζονται για πρώτη φορά την εποχή του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού (18ος μΧ. αιώνας) από τον Τσεζάρε Μπεκαρία στο έργο του «Περί Εγκλημάτων και Ποινών».
Βέβαια αυτές οι απόψεις είναι αντίθετες με την κοινή αντίληψη της εποχής εκείνης, όπου η τιμωρία ήταν αλληλένδετη με την εκδίκηση και την ηθική ικανοποίηση του παθόντος ή των συγγενών του θύματος. Η στάση αυτή μπορεί να δικαιολογηθεί, αν σκεφτούμε τον πόνο και την αγανάκτηση αυτών των ανθρώπων, που πολλές φορές μάλιστα ζητούν να πάρουν το νόμο στα χέρια τους ( πράγμα που συμβαίνει και σήμερα ). Η αρχαία ‘’τίσις’’ δεν είναι τίποτε άλλο από την αποκατάσταση της ηθικής τάξεως και η ύπαρξη στο μωσαικό νόμο της φράσης ‘’οφθαλμόν αντί οφθαλμού’’ επιβεβαιώνει κάτι παρόμοιο. Ωστόσο ο Πρ. εκφράζει υψηλές, φωτισμένες και προχωρημένες για την εποχή του θέσεις που βρίσκουν απήχηση στα νεότερα χρόνια από την παιδαγωγική επιστήμη και την δικαιοσύνη.
• Ο Πρωταγόρας στην 4η ενότητα πρότεινε ως ποινή για όποιον δε συμμετέχει στην αἰδῶ και τη δίκη τη θανατική ποινή («κτείνειν ὡς νόσον πόλεως»). Σ’ αυτή την ενότητα, αντίθετα, μιλά για την παιδευτική σημασία της τιμωρίας («ἵνα μὴ αὖθις ἀδικήσῃ μήτε αὐτὸς οὗτος μήτε ἄλλος ὁ τοῦτον ἰδὼν κολασθέντα»). Φαινομενικά, λοιπόν, ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια αντίφαση: η θανατική ποινή δεν αφήνει περιθώρια βελτίωσης στο δράστη σε αντίθεση με την έλλογη τιμωρία.
Η αντίφαση αίρεται, αν λάβουμε υπόψη μας και το ακόλουθο χωρίο της 7ης ενότητας: «… πρέπει να εκδιώκουμε από την πόλη ή να σκοτώνουμε ως ανίατο όποιον δεν υπακούει σε αυτό το πράγμα ακόμα και μετά τη διδασκαλία, ακόμα και μετά την τιμωρία». Η θανατική ποινή αποτελεί, λοιπόν, έσχατο μέσο τιμωρίας που επιβάλλεται όταν οι άλλες μορφές τιμωρίας (νουθεσίες, θυμοί, μικρές τιμωρίες, εξορία και στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων) δεν έχουν επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, δηλαδή το σωφρονισμό του δράστη. Μάλιστα επιβάλλεται όχι για να εκδικηθεί η πολιτεία αυτόν που διέπραξε ένα αδίκημα αλλά για να διαφυλάξει την αρμονική συμβίωση και ισορροπία μέσα στην πόλη, απομακρύνοντας οποιοδήποτε ταραχοποιό στοιχείο.
• «μετὰ λόγου» Χρήσιμο είναι να αναφέρουμε τις σημασίες που έχει η λέξη «λόγος» στο κείμενο. Αρχικά, έχει τη σημασία του έναρθρου λόγου, καθώς πρέπει να επιχειρείται ο σωφρονισμός του παραβάτη μέσω νουθεσιών. Από αυτή την έννοια προέρχονται και οι εξής σημασίες της λέξης: το λεγόμενο, η λέξη, η γλώσσα, η ομιλία, το όνομα, ο ισχυρισμός, η απόφαση, η απάντηση, η διαταγή, η εντολή, η συνδιάλεξη, ο έπαινος, η κακή φήμη, το διήγημα, η διήγηση, ο μύθος, ο πεζός λόγος, η πεζογραφία. Επίσης, ο λόγος έχει τη σημασία της διάνοιας, της σκέψης που εκφράζεται με τον έναρθρο λόγο, την ομιλία, του λογικού, του ορθού λόγου, καθώς αυτός που επιβάλλει τιμωρίες πρέπει να λειτουργεί με βάση τη λογική και όχι με κίνητρα εκδίκησης. Από αυτή την έννοια προέρχονται και οι εξής σημασίες: η βάση της λογικής, η δικαιολογία, ο συλλογισμός, η θεωρία, η εκτίμηση, ο λογαριασμός, η λογοδοσία, η συμμετρία, η αναλογία.
• Καί τοιαύτην διάνοιαν έχων.......αποτροπης γουν ένεκα κολάζει: Η φράση αποτελεί το συμπέρασμα του ρήτορα: εφόσον κάποιος χρησιμοποιεί την τιμωρία με πνεύμα σωφρονισμού και παραδειγματισμού, ως στοιχείο δηλαδή αποτρεπτικό μελλοντικής αδικίας, αυτό σημαίνει ότι πιστεύει πως η αρετή είναι διδακτή. Θεωρεί δηλαδή ότι με την επίδραση της ποινής, ενός εξωτερικού παράγοντα, ο άνθρωπος που αδίκησε μπορεί να αποβάλει την αδικία, να συνετιστεί, να βελτιωθεί και να στραφεί στην αρετή κάνοντάς τη σταδιακά κτήμα του. Αν υπήρχε η αντίληψη ότι η αρετή είναι έμφυτο χαρακτηριστικό, θα ήταν μάταιο να επιβάλλονται ποινές, αφού όλοι θα γεννιόμαστε με ή χωρίς την αρετή, χωρίς όμως αυτό να μπορεί να μεταβληθεί.
• Ταύτην ουν τήν δόξαν πάντες.......παρασκευαστόν είναι καί διδακτόν τήν αρετήν:
Το προηγούμενο συμπέρασμα γενικεύεται σε όλους τους ανθρώπους, οι οποίοι επιβάλλουν τιμωρίες με αυτό το σκεπτικό. Μέσα σ’ αυτό το σύνολο ανήκουν και οι Αθηναίοι, τους οποίους αναφέρει ο Πρωταγόρας για να απαντήσει στη θέση του Σωκράτη. Ο τελευταίος είχε ισχυριστεί ότι οι Αθηναίοι δεν πιστεύουν ότι η αρετή είναι διδακτή. Ο Πρωταγόρας με το συλλογισμό του αποδεικνύει ότι οι Αθηναίοι επιβάλλουν τιμωρίες κι επομένως, πιστεύουν ότι η αρετή διδάσκεται.
• Ως μέν ουν εικότως αποδέχονται..........ως γέ μοι φαίνεται: Ο Πρωταγόρας ολοκληρώνει την απάντησή του ανασκευάζοντας την άποψη του Σωκράτη ότι η αρετή δεν είναι διδακτή. Στη συνέχεια θα ασχοληθεί με την ανασκευή της άποψης ότι οι αγαθοί άνδρες δεν μπορούν να διδάξουν στα παιδιά τους την αρετή. Ο Πρ. τελειώνει την επιχειρηματολογία του με αυτοπεποίθηση και κάποια αυταρέσκεια, πράγμα που δείχνει η λέξη ικανώς, που μετριάζεται και γίνεται πιο ευγενική όμως από τη φράση ως γέ μοι φαίνεται.
Εξηγήσεις – αξιολόγηση του συμπεράσματος Το συμπέρασμα μπορεί να θεωρηθεί αυθαίρετο γιατί α. η ίδια θέση που χρειάζεται απόδειξη χρησιμοποιείται και ως αποδεικτικό επιχείρημα ( λήψις του αιτουμένου ), δηλαδή για να αποδείξει ότι η πολιτική αρετή είναι διδακτή, χρησιμοποιεί το επιχείρημα ότι οι άνθρωποι με το να επιβάλλουν τιμωρία πιστεύουν ότι μπορεί να διδαχθεί η αρετή και άρα η αρετή είναι διδακτή. β. η θέση του Πρ. για τη σκοπιμότητα της τιμωρίας ( προς σωφρονισμό και παραδειγματισμό ), θεωρείται δεδομένη και διατυπώνεται απόλυτα : ουδείς κολάζει. Η έλλογη τιμωρία όμως δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα , ιδιαίτερα εκείνης της εποχής, ανήκει μάλλον στη σφαίρα της θεωρίας και της δεοντολογίας (= τι πρέπει να συμβαίνει).
Θέμα : Η παιδευτική σημασία της τιμωρίας ως απόδειξη για το διδακτό της αρετής.
Ερμηνευτικά - Πραγματολογικά σχόλια
• Ένθα δή πας.......κτητης ούσης: Η φράση αυτή συνδέει την αποδεικτέα θέση της προηγούμενης ενότητας με την αποδεικτέα θέση που θα παρουσιαστεί σ’ αυτή την ενότητα.
Σύμφωνα με τα προηγούμενα, το ότι καθένας θυμώνει και τιμωρεί και συμβουλεύει («οἱ θυμοὶ καὶ αἱ κολάσεις καὶ αἱ νουθετήσεις») όσους δεν έχουν ελαττώματα δοσμένα από τη φύση ή την τύχη, δηλαδή όσους δεν έχουν την πολιτική αρετή, αποδεικνύει ότι αυτή αποκτιέται με μάθηση και διδασκαλία. Αξιοπρόσεκτο είναι ότι, ενώ στο τέλος της προηγούμενης ενότητας γίνεται αναφορά στις τιμωρίες που επιβάλλονται, αυτές λείπουν από το συμπέρασμα, για να γίνει λόγος αποκλειστικά σ’ αυτές στην παρούσα ενότητα ως στοιχείο της επόμενης αποδεικτέας θέσης.
• Ει γάρ εθέλεις εννοησαι........παρασκευαστόν είναι αρετήν: Ο Πρωταγόρας απευθύνεται στον Σωκράτη χρησιμοποιώντας β΄ ενικό πρόσωπο και κλητική προσφώνηση για να του δηλώσει ότι θα χρησιμοποιήσει τη σκοπιμότητα της τιμωρίας για να αποδείξει ότι η αρετή είναι διδακτή. Η λέξη ‘’παρασκευαστόν’’ χρησιμοποιείται ως συνώνυμο του ‘’διδακτόν’’.
• Ουδείς γάρ κολάζει.....ένεκα αδικήματος τιμωρείται: Ο Πρωταγόρας αρχικά ξεκαθαρίζει την σημασία του ‘’κολάζειν’’ και αποκλείει απ’ αυτό την έννοια του ‘’τιμωρείσθαι’’. Η τιμωρία δηλαδή δεν θα χρησιμοποιηθεί εδώ με τη σημασία της άλογης και τυφλής εκδίκησης, με την ανταπόδοση ενός εγκλήματος που έγινε στο παρελθόν. Υπάρχουν βέβαια περιπτώσεις όπου οι άνθρωποι συμπεριφέρονται σαν άγρια ζώα, όμως κανένας δεν ενεργεί έτσι μέσα στην κοινωνία για σκοπούς παιδευτικούς. Πολλές φορές ωστόσο, αυτοί που επιτελούν το έργο της αγωγής ( γονείς, δάσκαλοι, παιδαγωγοί ) επιβάλλουν τιμωρίες κάτω από το κράτος του θυμού, της αγανάκτησης και της οργής εκτονώνοντας έτσι τα δικά τους αρνητικά συναισθήματα περισσότερο και λιγότερο ασκώντας παιδαγωγικό έργο. Άλλες πάλι φορές η τιμωρία γίνεται μέσο εκφοβισμού ή επίδειξης δύναμης του μεγαλύτερου και ισχυρότερου. Ασφαλώς και οι δύο αυτές περιπτώσεις είναι κατακριτέες και απαράδεκτες σύμφωνα με τη σύγχρονη παιδαγωγική, που αποκλείει μάλιστα την τιμωρία ως τρόπο σωφρονισμού.( Στα αρχαία ελληνικά το ρήμα τιμωρούμαι σημαίνει τιμωρώ για να πάρω εκδίκηση, ενώ το ρήμα κολάζω σημαίνει τιμωρώ για επανόρθωση ή διόρθωση. Στα νέα ελληνικά οι λέξεις τιμωρία και ποινή έχουν περίπου την ίδια σημασία. Η τιμωρία επιβάλλεται από γονείς και παιδαγωγούς για ανυπακοή, για παράπτωμα, ή λόγω παραβίασης κάποιων κανόνων και έχει σκοπούς κυρίως παιδαγωγικούς, ενώ η ποινή έχει βαρύτερο χαρακτήρα και επιβάλλεται κυρίως από τα δικαστήρια για σοβαρά παραπτώματα ή για παράνομες πράξεις και συνίσταται σε επιβολή προστίμου, σε στέρηση της ελευθερίας κ. ά. Η λέξη ποινή στα αρχαία ελληνικά σημαίνει την χρηματική κυρίως ικανοποίηση των συγγενών ενός θύματος από το φονιά. Οι παραπάνω λέξεις στην ενότητα δεν έχουν σαφή σημασιολογικά όρια. )
• Ο δέ μετά λόγου επιχειρών.....ο τουτον ιδών κολασθέντα: Ο Πρ. προσδιορίζει το περιεχόμενο της τιμωρίας ως έλλογης πράξης που δεν αποβλέπει στην ακύρωση ή την θεραπεία του αδικήματος που διαπράχθηκε στο παρελθόν, γιατί ό,τι έγινε, έγινε και δεν μπορεί πια να διορθωθεί, αλλά ως μια προσπάθεια που αφορά στο μέλλον το σωφρονισμό εκείνου που διέπραξε την αδικία ( για να μην υποπέσει ξανά στο ίδιο αδίκημα ) και στον παραδειγματισμό των άλλων ( για να μην υποπέσουν κι αυτοί στο μέλλον σε αδίκημα ).
Κριτική της θεωρίας του Πρωταγόρα για την παιδευτική σημασία της τιμωρίας
Ο ρήτορας υποστηρίζει επομένως ως κίνητρο της ποινής το σωφρονιστικό και παιδευτικό της χαρακτήρα και όχι τον εκδικητικό και ανταποδοτικό χαρακτήρα. Η άποψη του Πρωταγόρα κρίνεται ιδιαίτερα ρηξικέλευθη και πρωτοποριακή για την εποχή της, καθώς παρόμοιες αντιλήψεις άρχισαν να ακούγονται και να εφαρμόζονται για πρώτη φορά την εποχή του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού (18ος μΧ. αιώνας) από τον Τσεζάρε Μπεκαρία στο έργο του «Περί Εγκλημάτων και Ποινών».
Βέβαια αυτές οι απόψεις είναι αντίθετες με την κοινή αντίληψη της εποχής εκείνης, όπου η τιμωρία ήταν αλληλένδετη με την εκδίκηση και την ηθική ικανοποίηση του παθόντος ή των συγγενών του θύματος. Η στάση αυτή μπορεί να δικαιολογηθεί, αν σκεφτούμε τον πόνο και την αγανάκτηση αυτών των ανθρώπων, που πολλές φορές μάλιστα ζητούν να πάρουν το νόμο στα χέρια τους ( πράγμα που συμβαίνει και σήμερα ). Η αρχαία ‘’τίσις’’ δεν είναι τίποτε άλλο από την αποκατάσταση της ηθικής τάξεως και η ύπαρξη στο μωσαικό νόμο της φράσης ‘’οφθαλμόν αντί οφθαλμού’’ επιβεβαιώνει κάτι παρόμοιο. Ωστόσο ο Πρ. εκφράζει υψηλές, φωτισμένες και προχωρημένες για την εποχή του θέσεις που βρίσκουν απήχηση στα νεότερα χρόνια από την παιδαγωγική επιστήμη και την δικαιοσύνη.
• Ο Πρωταγόρας στην 4η ενότητα πρότεινε ως ποινή για όποιον δε συμμετέχει στην αἰδῶ και τη δίκη τη θανατική ποινή («κτείνειν ὡς νόσον πόλεως»). Σ’ αυτή την ενότητα, αντίθετα, μιλά για την παιδευτική σημασία της τιμωρίας («ἵνα μὴ αὖθις ἀδικήσῃ μήτε αὐτὸς οὗτος μήτε ἄλλος ὁ τοῦτον ἰδὼν κολασθέντα»). Φαινομενικά, λοιπόν, ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια αντίφαση: η θανατική ποινή δεν αφήνει περιθώρια βελτίωσης στο δράστη σε αντίθεση με την έλλογη τιμωρία.
Η αντίφαση αίρεται, αν λάβουμε υπόψη μας και το ακόλουθο χωρίο της 7ης ενότητας: «… πρέπει να εκδιώκουμε από την πόλη ή να σκοτώνουμε ως ανίατο όποιον δεν υπακούει σε αυτό το πράγμα ακόμα και μετά τη διδασκαλία, ακόμα και μετά την τιμωρία». Η θανατική ποινή αποτελεί, λοιπόν, έσχατο μέσο τιμωρίας που επιβάλλεται όταν οι άλλες μορφές τιμωρίας (νουθεσίες, θυμοί, μικρές τιμωρίες, εξορία και στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων) δεν έχουν επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, δηλαδή το σωφρονισμό του δράστη. Μάλιστα επιβάλλεται όχι για να εκδικηθεί η πολιτεία αυτόν που διέπραξε ένα αδίκημα αλλά για να διαφυλάξει την αρμονική συμβίωση και ισορροπία μέσα στην πόλη, απομακρύνοντας οποιοδήποτε ταραχοποιό στοιχείο.
• «μετὰ λόγου» Χρήσιμο είναι να αναφέρουμε τις σημασίες που έχει η λέξη «λόγος» στο κείμενο. Αρχικά, έχει τη σημασία του έναρθρου λόγου, καθώς πρέπει να επιχειρείται ο σωφρονισμός του παραβάτη μέσω νουθεσιών. Από αυτή την έννοια προέρχονται και οι εξής σημασίες της λέξης: το λεγόμενο, η λέξη, η γλώσσα, η ομιλία, το όνομα, ο ισχυρισμός, η απόφαση, η απάντηση, η διαταγή, η εντολή, η συνδιάλεξη, ο έπαινος, η κακή φήμη, το διήγημα, η διήγηση, ο μύθος, ο πεζός λόγος, η πεζογραφία. Επίσης, ο λόγος έχει τη σημασία της διάνοιας, της σκέψης που εκφράζεται με τον έναρθρο λόγο, την ομιλία, του λογικού, του ορθού λόγου, καθώς αυτός που επιβάλλει τιμωρίες πρέπει να λειτουργεί με βάση τη λογική και όχι με κίνητρα εκδίκησης. Από αυτή την έννοια προέρχονται και οι εξής σημασίες: η βάση της λογικής, η δικαιολογία, ο συλλογισμός, η θεωρία, η εκτίμηση, ο λογαριασμός, η λογοδοσία, η συμμετρία, η αναλογία.
• Καί τοιαύτην διάνοιαν έχων.......αποτροπης γουν ένεκα κολάζει: Η φράση αποτελεί το συμπέρασμα του ρήτορα: εφόσον κάποιος χρησιμοποιεί την τιμωρία με πνεύμα σωφρονισμού και παραδειγματισμού, ως στοιχείο δηλαδή αποτρεπτικό μελλοντικής αδικίας, αυτό σημαίνει ότι πιστεύει πως η αρετή είναι διδακτή. Θεωρεί δηλαδή ότι με την επίδραση της ποινής, ενός εξωτερικού παράγοντα, ο άνθρωπος που αδίκησε μπορεί να αποβάλει την αδικία, να συνετιστεί, να βελτιωθεί και να στραφεί στην αρετή κάνοντάς τη σταδιακά κτήμα του. Αν υπήρχε η αντίληψη ότι η αρετή είναι έμφυτο χαρακτηριστικό, θα ήταν μάταιο να επιβάλλονται ποινές, αφού όλοι θα γεννιόμαστε με ή χωρίς την αρετή, χωρίς όμως αυτό να μπορεί να μεταβληθεί.
• Ταύτην ουν τήν δόξαν πάντες.......παρασκευαστόν είναι καί διδακτόν τήν αρετήν:
Το προηγούμενο συμπέρασμα γενικεύεται σε όλους τους ανθρώπους, οι οποίοι επιβάλλουν τιμωρίες με αυτό το σκεπτικό. Μέσα σ’ αυτό το σύνολο ανήκουν και οι Αθηναίοι, τους οποίους αναφέρει ο Πρωταγόρας για να απαντήσει στη θέση του Σωκράτη. Ο τελευταίος είχε ισχυριστεί ότι οι Αθηναίοι δεν πιστεύουν ότι η αρετή είναι διδακτή. Ο Πρωταγόρας με το συλλογισμό του αποδεικνύει ότι οι Αθηναίοι επιβάλλουν τιμωρίες κι επομένως, πιστεύουν ότι η αρετή διδάσκεται.
• Ως μέν ουν εικότως αποδέχονται..........ως γέ μοι φαίνεται: Ο Πρωταγόρας ολοκληρώνει την απάντησή του ανασκευάζοντας την άποψη του Σωκράτη ότι η αρετή δεν είναι διδακτή. Στη συνέχεια θα ασχοληθεί με την ανασκευή της άποψης ότι οι αγαθοί άνδρες δεν μπορούν να διδάξουν στα παιδιά τους την αρετή. Ο Πρ. τελειώνει την επιχειρηματολογία του με αυτοπεποίθηση και κάποια αυταρέσκεια, πράγμα που δείχνει η λέξη ικανώς, που μετριάζεται και γίνεται πιο ευγενική όμως από τη φράση ως γέ μοι φαίνεται.
Εξηγήσεις – αξιολόγηση του συμπεράσματος Το συμπέρασμα μπορεί να θεωρηθεί αυθαίρετο γιατί α. η ίδια θέση που χρειάζεται απόδειξη χρησιμοποιείται και ως αποδεικτικό επιχείρημα ( λήψις του αιτουμένου ), δηλαδή για να αποδείξει ότι η πολιτική αρετή είναι διδακτή, χρησιμοποιεί το επιχείρημα ότι οι άνθρωποι με το να επιβάλλουν τιμωρία πιστεύουν ότι μπορεί να διδαχθεί η αρετή και άρα η αρετή είναι διδακτή. β. η θέση του Πρ. για τη σκοπιμότητα της τιμωρίας ( προς σωφρονισμό και παραδειγματισμό ), θεωρείται δεδομένη και διατυπώνεται απόλυτα : ουδείς κολάζει. Η έλλογη τιμωρία όμως δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα , ιδιαίτερα εκείνης της εποχής, ανήκει μάλλον στη σφαίρα της θεωρίας και της δεοντολογίας (= τι πρέπει να συμβαίνει).
Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2014
Τρόποι/μέθοδοι ανάπτυξης παραγράφων. Τρόποι οργάνωσης του λόγου
1) Με παραδείγματα
Μια παράγραφος αναπτύσσεται με παραδείγματα, όταν στη Θεματική Περίοδο διατυπώνεται μια άποψη-θέση και στις Λεπτομέρειες παρατίθενται στοιχεία-παραδείγματα, τα οποία διασαφηνίζουν ή τεκμηριώνουν τη θέση αυτή.
Στην περίπτωση αυτή ο μαθητής πρέπει να αναφέρει και τα συγκεκριμένα στοιχεία-παραδείγματα, π.χ. το παράδειγμα α... β... γ... και το ρόλο τους, π.χ. ως τεκμήρια, ως διασαφηνιστικά στοιχεία ή λεπτομέρειες…
Παράδειγμα:
«Αναμφισβήτητα τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται μια ιδιαίτερα ανησυχητική κλιμάκωση του φαινομένου της παραβατικότητας και εγκληματικότητας. Αρκεί κάποιος να παρακολουθήσει την επικαιρότητα για να διαπιστώσει πως στα δελτία ειδήσεων το αστυνομικό ρεπορτάζ ασφυκτιά από ληστείες, κλοπές, επιθέσεις εις βάρος ανύποπτων πολιτών, εγκλήματα…Το έγκλημα αποκτά άρτια οργάνωση…, δρουν μαφίες της νύχτας…, βιαστές καροδοκούν…»
2) Με σύγκριση-αντίθεση
Μια παράγραφος αναπτύσσεται με σύγκριση-αντίθεση, όταν συγκρίνονται δύο ή περισσότερες έννοιες και δίνονται οι μεταξύ τους διαφορές.
Στην περίπτωση αυτή ο μαθητής πρέπει να αναφέρει και τα εξής συστατικά στοιχεία:
• Τις συγκρινόμενες έννοιες / συγκρινόμενα μέλη, π.χ. «πρόοδος» και «συντηρητισμός»
• Τις λέξεις ή φράσεις, διαρθρωτικές και μη, που δηλώνουν τη σύγκριση-αντίθεση, π.χ. «αντίθετα...»
• Τις μεταξύ τους διαφορές
• Αν η δόμηση είναι κάθετη (παρατίθενται πρώτα όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ενός μέλους και κατόπιν, κατά αντιπαράθεση, όλα τα γνωρίσματα του άλλου μέλους, π.χ. «η πρόοδος οδηγεί στο α, β, γ... Αντίθετα, η συντήρηση οδηγεί στο χ, ψ, ω...») ή οριζόντια (παρατίθενται ένα προς ένα τα αντίθετα χαρακτηριστικά των μελών, π.χ. «από τη μια η πρόοδος οδηγεί στο α, ενώ η συντήρηση στο χ. Επίσης, η πρόοδος οδηγεί στο β, εν αντιθέσει η συντήρηση στο ψ...»)
Παράδειγμα:
«Οφείλουμε ως άτομα-μέλη μιας οργανωμένης κοινωνίας να θέσουμε ως κοινό στόχο την πρόοδο και να αποφύγουμε με κάθε τρόπο το συντηρητισμό. Η πρόοδος είναι ο μόνος δρόμος που διασφαλίζει την κοινωνική και προσωπική μας ανέλιξη…, που διαμορφώνει συνθήκες ευνοϊκές για την ανάπτυξη σε όλους τους τομείς… Αντίθετα, ο συντηρητισμός δημιουργεί συνθήκες στασιμότητας και οπισθοδρόμησης…, βαλτώνει κάθε προσπάθεια για βελτίωση και αναβάθμιση των συνθηκών ζωής…, αδυνατεί να ανταποκριθεί στις συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες και ανάγκες…»
3) Με αναλογία
Μια παράγραφος αναπτύσσεται με αναλογία, όταν συγκρίνονται δύο ή περισσότερες έννοιες και δίνονται οι μεταξύ τους ομοιότητες (μορφή παρομοίωσης: το α είναι όπως το β).
Στην περίπτωση αυτή ο μαθητής πρέπει να αναφέρει και τα εξής συστατικά στοιχεία:
• Τα αναλογικά μέλη, π.χ. «ψυχή» και «θάλασσα»
• Τις λέξεις ή φράσεις, διαρθρωτικές και μη, που δηλώνουν τη σύγκριση-αναλογία, π.χ. «όπως, ομοίως, σαν...»
• Τις μεταξύ τους αναλογίες-ομοιότητες
• Αν η δόμηση είναι κάθετη (παρατίθενται πρώτα όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ενός μέλους και κατόπιν, κατά αναλογία, όλα τα γνωρίσματα του άλλου μέλους, π.χ. «όπως η θάλασσα ... α, β, γ..., έτσι και η ψυχή... χ, ψ, ω...») ή οριζόντια (παρατίθενται ένα προς ένα τα αναλογικά χαρακτηριστικά των μελών, π.χ. «όπως η θάλασσα... α, έτσι και η ψυχή… χ... Επίσης, η θάλασσα... β, ομοίως και η ψυχή … ψ...»).
• Αν η αναλογία είναι κυριολεκτική (συγκρίνονται έννοιες οι οποίες είναι ομοειδείς π.χ. «σκύλος και γάτα») ή μεταφορική (συγκρίνονται έννοιες οι οποίες δεν ανήκουν στην ίδια ευρύτερη οικογένεια-ομάδα π.χ. «ψυχή και θάλασσα»).
Παράδειγμα:
«Άραγε με τι μοιάζει η ψυχή μας; Μα είναι απλό, με τη θάλασσα! Όπως αυτή είναι απέραντη και δεν μπορεί το μάτι σου να την προσεγγίσει έτσι και η ψυχή χάνεται στα μήκη και πλάτη ενός κόσμου δυσθεώρητου. Και είναι εξίσου βαθιά που πρέπει να κάνεις πολλές καταδύσεις για να βρεις τους θησαυρούς που κρύβει μέσα της. Άλλοτε πάλι είναι ήρεμη και γαλήνια σαν τη θάλασσα και ξαφνικά πάλι ξεσπάει φουρτούνα, ανακατεύεται, θολώνει…»
4) Με διαίρεση
Μια παράγραφος αναπτύσσεται με διαίρεση, όταν σε αυτή διαιρείται-χωρίζεται μια έννοια στα διάφορα μέλη της, π.χ. η «εκπαίδευση» διαιρείται σε «πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια».
Στην περίπτωση αυτή ο μαθητής πρέπει να αναφέρει και τα εξής συστατικά στοιχεία:
• Τη διαιρετέα έννοια, π.χ. «εκπαίδευση»
• Τη διαιρετική βάση (το κριτήριο βάσει του οποίου γίνεται η διαίρεση, δηλαδή ο διαιρέτης), π.χ. ανάλογα με την ηλικιακή και γνωσιολογική βαθμίδα της παρεχόμενης εκπαίδευσης
• Το πηλίκο ή τα μέλη της διαίρεσης, π.χ. «πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια»
• Αν η διαίρεση είναι σωστή, δηλαδή αν πληρεί τα εξής κριτήρια:
Είναι τέλεια, δηλαδή περιλαμβάνει όλα τα είδη-μέλη της έννοιας που διαιρείται, π.χ. και τα τρία είδη της «εκπαίδευσης» («πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια»)
Είναι συνεχής, δηλαδή βάζει στη σωστή σειρά τα είδη και δε γίνονται άλματα, π.χ. πρώτα την «πρωτοβάθμια», μετά τη «δευτεροβάθμια» και τέλος την «τριτοβάθμια»
Έχει ενιαία διαιρετική βάση, δεν αλλάζει, δηλαδή, ο διαιρέτης
• Αν η διαίρεση γίνεται σε πρωτοβάθμιο επίπεδο (πρωτοβάθμια διαίρεση), δηλαδή γίνεται η διαίρεση στη Θεματική Περίοδο της παραγράφου και κατόπιν, στις Λεπτομέρειες, αναλύονται τα μέλη της.
Παράδειγμα:
«Η εκπαίδευση ανάλογα με την ηλικία των ανθρώπων που την ακολουθούν και το γνωσιολογικό επίπεδο που παρέχει διακρίνεται σε τρεις βαθμίδες, στην πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια. Στην πρωτοβάθμια φοιτούν μαθητές… και λαμβάνουν κυρίως γνώσεις… Στη δευτεροβάθμια… Ενώ στην τριτοβάθμια…»
5) Με ορισμό
Μια παράγραφος αναπτύσσεται με ορισμό, όταν σ΄ αυτή δίνεται ο ορισμός μιας έννοιας, επιχειρείται δηλαδή η σημασιολογική της προσέγγιση, π.χ. «ρατσισμός είναι το δόγμα το οποίο πρεσβεύει τη διάκριση των ανθρώπων σε φύσει ανώτερους και κατώτερους...»
Στην περίπτωση αυτή ο μαθητής πρέπει να αναφέρει και τα εξής συστατικά στοιχεία:
• Την οριστέα έννοια, π.χ. «ρατσισμός»
• Το γένος, δηλαδή την ευρύτερη έννοια μέσα στην οποία εντάσσεται αυτή, π.χ. «δόγμα»
• Την ειδοποιό διαφορά, τα ιδιαίτερα δηλαδή χαρακτηριστικά γνωρίσματα της έννοιας που την κάνουν να διακρίνεται από τις άλλες έννοιες, π.χ. «πρεσβεύει τη διάκριση των ανθρώπων σε φύσει ανώτερους και κατώτερους...»
• Τα είδη του ορισμού, αν είναι δηλαδή:
Αναλυτικός (αναφέρεται στα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της έννοιας, στην ουσία της) ή συνθετικός/γενετικός (περιγράφει τη διαδικασία γένεσης-δημιουργίας της έννοιας)
Σύντομος (συνοπτική-λεξικογραφική παρουσίαση της σημασίας της έννοιας) ή εκτεταμένος (εκτενής ανάπτυξη σε μία ή περισσότερες παραγράφους)
• Αν ο ορισμός γίνεται σε πρωτοβάθμιο επίπεδο (πρωτοβάθμιος ορισμός), δηλαδή δίνεται ο ορισμός στη Θεματική Περίοδο της παραγράφου και κατόπιν, στις Λεπτομέρειες, αναλύονται οι όροι του
Παράδειγμα:
«Ρατσισμός είναι το δόγμα το οποίο πρεσβεύει τη διάκριση των ανθρώπων σε φύσει ανώτερους και κατώτερους. Ισχυρίζεται δηλαδή πως υπάρχουν άνθρωποι που είναι από τη φύση τους κατώτεροι, αφού ανήκουν σε φυλές, έθνη ή κοινωνικές ομάδες που μειονεκτούν έναντι των άλλων ανθρώπων…»
6) Mε αιτιολόγηση
Μια παράγραφος αναπτύσσεται με αιτιολόγηση, όταν στη Θεματική Περίοδο διατυπώνεται μια θέση-άποψη και στις Λεπτομέρειες αιτιολογείται, δηλαδή αποδεικνύεται με βάση συγκεκριμένα επιχειρήματα.
Στην περίπτωση αυτή ο μαθητής πρέπει να αναφέρει και τα εξής συστατικά στοιχεία:
• Τη θέση-άποψη
• Τα επιχειρήματα αιτιολόγησης αυτής
Παράδειγμα:
«Στις σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες το φαινόμενο της φτώχειας λαμβάνει όλο και πιο δραματικές διαστάσεις. Και αυτό συμβαίνει διότι αναπτύσσεται ένας άμετρος ανταγωνισμός για τη νομή του πλούτου με βάση τα κριτήρια που θέτει η ελεύθερη αγορά…, οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί περισσότεροι και φτωχότεροι… Επίσης, αυξάνεται συνεχώς το κόστος ζωής…, πολλοί δεν μπορούν να ανταποκριθούν ούτε στις βασικές ανάγκες… Ενώ το κράτος πρόνοιας χωλαίνει, αφού το σύστημα θεωρεί όσους δεν μπορούν να αποδώσουν τα μέγιστα ως περιττά σώματα και τα αποβάλλει…»
7) Με αίτιο/α-αποτέλεσμα/τα
Μια παράγραφος αναπτύσσεται με αίτιο/α-αποτέλεσμα/τα, όταν σε αυτή:
• Δίνονται το αίτιο ή τα αίτια που οδηγούν σε ένα αποτέλεσμα(αίτιο ή αίτια - αποτέλεσμα)...
ή
• Δίνονται τα αποτελέσματα-συνέπειες ενός αιτίου (αίτιο - αποτελέσματα).
Στην περίπτωση αυτή ο μαθητής πρέπει να αναφέρει και τα εξής συστατικά στοιχεία: το αίτιο ή τα αίτια α..., β..., γ... και το αποτέλεσμα χ ή τααποτελέσματα α..., β..., γ... και το αίτιο χ…
Παράδειγμα:
«Η κλιμάκωση της φτώχειας διασπά τον κοινωνικό ιστό διευρύνοντας το χάσμα και τις διαφορές μεταξύ των φτωχών και των πλουσίων… Κατόπιν, πυροδοτεί οξείες αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις…Τρέφει αντικοινωνικές μορφές συμπεριφοράς… Όσο αυξάνονται οι φτωχοί αυξάνεται και η δυσαρέσκεια προς το κράτος… Οι πολίτες χάνουν την εμπιστοσύνη τους προς τους πολιτικούς και αυτό εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για τη δημοκρατία…»
8) Με συνδυασμό μεθόδων
Μια παράγραφος αναπτύσσεται με συνδυασμό μεθόδων όταν σε αυτή εντοπίζονται περισσότερες της μιας μέθοδοι, π.χ. σύγκριση-αντίθεση και παραδείγματα.
Στην περίπτωση αυτή ο μαθητής πρέπει να απαντήσει ως εξής:
«Η παράγραφος αναπτύσσεται με συνδυασμό μεθόδων. Ειδικότερα αναπτύσσεται με:
α. Σύγκριση-αντίθεση. Συστατικά στοιχεία:
• Συγκρινόμενα μέλη: α... και β...
• κ.λπ.
β. Παραδείγματα. Συγκεκριμένα παραθέτει τα εξής παραδείγματα:
• α...
• β...
Παράδειγμα:
«Οφείλουμε ως άτομα-μέλη μιας οργανωμένης κοινωνίας να θέσουμε ως κοινό στόχο την πρόοδο και να αποφύγουμε με κάθε τρόπο το συντηρητισμό. Η πρόοδος είναι ο μόνος δρόμος που διασφαλίζει την κοινωνική και προσωπική μας ανέλιξη, μέσα δηλαδή από αυτή θα μπορέσουμε ως άτομα να καλλιεργήσουμε ένα ελεύθερο πνεύμα, χωρίς προσκόλληση σε πεπερασμένες αντιλήψεις…, που διαμορφώνει συνθήκες ευνοϊκές για την ανάπτυξη σε όλους τους τομείς, για παράδειγμα συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη…, στην εξέλιξη του πολιτισμού, αφού εισάγει νέες ιδέες… Αντίθετα, ο συντηρητισμός δημιουργεί συνθήκες στασιμότητας και οπισθοδρόμησης, όπως για παράδειγμα η πολιτισμική στασιμότητα, αφού αφορίζει κάθε νέο και ξένο στοιχείο…, βαλτώνει κάθε προσπάθεια για βελτίωση και αναβάθμιση των συνθηκών ζωής…, αδυνατεί να ανταποκριθεί στις συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες και ανάγκες, όπως είναι…»
1) Με παραδείγματα
Μια παράγραφος αναπτύσσεται με παραδείγματα, όταν στη Θεματική Περίοδο διατυπώνεται μια άποψη-θέση και στις Λεπτομέρειες παρατίθενται στοιχεία-παραδείγματα, τα οποία διασαφηνίζουν ή τεκμηριώνουν τη θέση αυτή.
Στην περίπτωση αυτή ο μαθητής πρέπει να αναφέρει και τα συγκεκριμένα στοιχεία-παραδείγματα, π.χ. το παράδειγμα α... β... γ... και το ρόλο τους, π.χ. ως τεκμήρια, ως διασαφηνιστικά στοιχεία ή λεπτομέρειες…
Παράδειγμα:
«Αναμφισβήτητα τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται μια ιδιαίτερα ανησυχητική κλιμάκωση του φαινομένου της παραβατικότητας και εγκληματικότητας. Αρκεί κάποιος να παρακολουθήσει την επικαιρότητα για να διαπιστώσει πως στα δελτία ειδήσεων το αστυνομικό ρεπορτάζ ασφυκτιά από ληστείες, κλοπές, επιθέσεις εις βάρος ανύποπτων πολιτών, εγκλήματα…Το έγκλημα αποκτά άρτια οργάνωση…, δρουν μαφίες της νύχτας…, βιαστές καροδοκούν…»
2) Με σύγκριση-αντίθεση
Μια παράγραφος αναπτύσσεται με σύγκριση-αντίθεση, όταν συγκρίνονται δύο ή περισσότερες έννοιες και δίνονται οι μεταξύ τους διαφορές.
Στην περίπτωση αυτή ο μαθητής πρέπει να αναφέρει και τα εξής συστατικά στοιχεία:
• Τις συγκρινόμενες έννοιες / συγκρινόμενα μέλη, π.χ. «πρόοδος» και «συντηρητισμός»
• Τις λέξεις ή φράσεις, διαρθρωτικές και μη, που δηλώνουν τη σύγκριση-αντίθεση, π.χ. «αντίθετα...»
• Τις μεταξύ τους διαφορές
• Αν η δόμηση είναι κάθετη (παρατίθενται πρώτα όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ενός μέλους και κατόπιν, κατά αντιπαράθεση, όλα τα γνωρίσματα του άλλου μέλους, π.χ. «η πρόοδος οδηγεί στο α, β, γ... Αντίθετα, η συντήρηση οδηγεί στο χ, ψ, ω...») ή οριζόντια (παρατίθενται ένα προς ένα τα αντίθετα χαρακτηριστικά των μελών, π.χ. «από τη μια η πρόοδος οδηγεί στο α, ενώ η συντήρηση στο χ. Επίσης, η πρόοδος οδηγεί στο β, εν αντιθέσει η συντήρηση στο ψ...»)
Παράδειγμα:
«Οφείλουμε ως άτομα-μέλη μιας οργανωμένης κοινωνίας να θέσουμε ως κοινό στόχο την πρόοδο και να αποφύγουμε με κάθε τρόπο το συντηρητισμό. Η πρόοδος είναι ο μόνος δρόμος που διασφαλίζει την κοινωνική και προσωπική μας ανέλιξη…, που διαμορφώνει συνθήκες ευνοϊκές για την ανάπτυξη σε όλους τους τομείς… Αντίθετα, ο συντηρητισμός δημιουργεί συνθήκες στασιμότητας και οπισθοδρόμησης…, βαλτώνει κάθε προσπάθεια για βελτίωση και αναβάθμιση των συνθηκών ζωής…, αδυνατεί να ανταποκριθεί στις συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες και ανάγκες…»
3) Με αναλογία
Μια παράγραφος αναπτύσσεται με αναλογία, όταν συγκρίνονται δύο ή περισσότερες έννοιες και δίνονται οι μεταξύ τους ομοιότητες (μορφή παρομοίωσης: το α είναι όπως το β).
Στην περίπτωση αυτή ο μαθητής πρέπει να αναφέρει και τα εξής συστατικά στοιχεία:
• Τα αναλογικά μέλη, π.χ. «ψυχή» και «θάλασσα»
• Τις λέξεις ή φράσεις, διαρθρωτικές και μη, που δηλώνουν τη σύγκριση-αναλογία, π.χ. «όπως, ομοίως, σαν...»
• Τις μεταξύ τους αναλογίες-ομοιότητες
• Αν η δόμηση είναι κάθετη (παρατίθενται πρώτα όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ενός μέλους και κατόπιν, κατά αναλογία, όλα τα γνωρίσματα του άλλου μέλους, π.χ. «όπως η θάλασσα ... α, β, γ..., έτσι και η ψυχή... χ, ψ, ω...») ή οριζόντια (παρατίθενται ένα προς ένα τα αναλογικά χαρακτηριστικά των μελών, π.χ. «όπως η θάλασσα... α, έτσι και η ψυχή… χ... Επίσης, η θάλασσα... β, ομοίως και η ψυχή … ψ...»).
• Αν η αναλογία είναι κυριολεκτική (συγκρίνονται έννοιες οι οποίες είναι ομοειδείς π.χ. «σκύλος και γάτα») ή μεταφορική (συγκρίνονται έννοιες οι οποίες δεν ανήκουν στην ίδια ευρύτερη οικογένεια-ομάδα π.χ. «ψυχή και θάλασσα»).
Παράδειγμα:
«Άραγε με τι μοιάζει η ψυχή μας; Μα είναι απλό, με τη θάλασσα! Όπως αυτή είναι απέραντη και δεν μπορεί το μάτι σου να την προσεγγίσει έτσι και η ψυχή χάνεται στα μήκη και πλάτη ενός κόσμου δυσθεώρητου. Και είναι εξίσου βαθιά που πρέπει να κάνεις πολλές καταδύσεις για να βρεις τους θησαυρούς που κρύβει μέσα της. Άλλοτε πάλι είναι ήρεμη και γαλήνια σαν τη θάλασσα και ξαφνικά πάλι ξεσπάει φουρτούνα, ανακατεύεται, θολώνει…»
4) Με διαίρεση
Μια παράγραφος αναπτύσσεται με διαίρεση, όταν σε αυτή διαιρείται-χωρίζεται μια έννοια στα διάφορα μέλη της, π.χ. η «εκπαίδευση» διαιρείται σε «πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια».
Στην περίπτωση αυτή ο μαθητής πρέπει να αναφέρει και τα εξής συστατικά στοιχεία:
• Τη διαιρετέα έννοια, π.χ. «εκπαίδευση»
• Τη διαιρετική βάση (το κριτήριο βάσει του οποίου γίνεται η διαίρεση, δηλαδή ο διαιρέτης), π.χ. ανάλογα με την ηλικιακή και γνωσιολογική βαθμίδα της παρεχόμενης εκπαίδευσης
• Το πηλίκο ή τα μέλη της διαίρεσης, π.χ. «πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια»
• Αν η διαίρεση είναι σωστή, δηλαδή αν πληρεί τα εξής κριτήρια:
Είναι τέλεια, δηλαδή περιλαμβάνει όλα τα είδη-μέλη της έννοιας που διαιρείται, π.χ. και τα τρία είδη της «εκπαίδευσης» («πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια»)
Είναι συνεχής, δηλαδή βάζει στη σωστή σειρά τα είδη και δε γίνονται άλματα, π.χ. πρώτα την «πρωτοβάθμια», μετά τη «δευτεροβάθμια» και τέλος την «τριτοβάθμια»
Έχει ενιαία διαιρετική βάση, δεν αλλάζει, δηλαδή, ο διαιρέτης
• Αν η διαίρεση γίνεται σε πρωτοβάθμιο επίπεδο (πρωτοβάθμια διαίρεση), δηλαδή γίνεται η διαίρεση στη Θεματική Περίοδο της παραγράφου και κατόπιν, στις Λεπτομέρειες, αναλύονται τα μέλη της.
Παράδειγμα:
«Η εκπαίδευση ανάλογα με την ηλικία των ανθρώπων που την ακολουθούν και το γνωσιολογικό επίπεδο που παρέχει διακρίνεται σε τρεις βαθμίδες, στην πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια. Στην πρωτοβάθμια φοιτούν μαθητές… και λαμβάνουν κυρίως γνώσεις… Στη δευτεροβάθμια… Ενώ στην τριτοβάθμια…»
5) Με ορισμό
Μια παράγραφος αναπτύσσεται με ορισμό, όταν σ΄ αυτή δίνεται ο ορισμός μιας έννοιας, επιχειρείται δηλαδή η σημασιολογική της προσέγγιση, π.χ. «ρατσισμός είναι το δόγμα το οποίο πρεσβεύει τη διάκριση των ανθρώπων σε φύσει ανώτερους και κατώτερους...»
Στην περίπτωση αυτή ο μαθητής πρέπει να αναφέρει και τα εξής συστατικά στοιχεία:
• Την οριστέα έννοια, π.χ. «ρατσισμός»
• Το γένος, δηλαδή την ευρύτερη έννοια μέσα στην οποία εντάσσεται αυτή, π.χ. «δόγμα»
• Την ειδοποιό διαφορά, τα ιδιαίτερα δηλαδή χαρακτηριστικά γνωρίσματα της έννοιας που την κάνουν να διακρίνεται από τις άλλες έννοιες, π.χ. «πρεσβεύει τη διάκριση των ανθρώπων σε φύσει ανώτερους και κατώτερους...»
• Τα είδη του ορισμού, αν είναι δηλαδή:
Αναλυτικός (αναφέρεται στα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της έννοιας, στην ουσία της) ή συνθετικός/γενετικός (περιγράφει τη διαδικασία γένεσης-δημιουργίας της έννοιας)
Σύντομος (συνοπτική-λεξικογραφική παρουσίαση της σημασίας της έννοιας) ή εκτεταμένος (εκτενής ανάπτυξη σε μία ή περισσότερες παραγράφους)
• Αν ο ορισμός γίνεται σε πρωτοβάθμιο επίπεδο (πρωτοβάθμιος ορισμός), δηλαδή δίνεται ο ορισμός στη Θεματική Περίοδο της παραγράφου και κατόπιν, στις Λεπτομέρειες, αναλύονται οι όροι του
Παράδειγμα:
«Ρατσισμός είναι το δόγμα το οποίο πρεσβεύει τη διάκριση των ανθρώπων σε φύσει ανώτερους και κατώτερους. Ισχυρίζεται δηλαδή πως υπάρχουν άνθρωποι που είναι από τη φύση τους κατώτεροι, αφού ανήκουν σε φυλές, έθνη ή κοινωνικές ομάδες που μειονεκτούν έναντι των άλλων ανθρώπων…»
6) Mε αιτιολόγηση
Μια παράγραφος αναπτύσσεται με αιτιολόγηση, όταν στη Θεματική Περίοδο διατυπώνεται μια θέση-άποψη και στις Λεπτομέρειες αιτιολογείται, δηλαδή αποδεικνύεται με βάση συγκεκριμένα επιχειρήματα.
Στην περίπτωση αυτή ο μαθητής πρέπει να αναφέρει και τα εξής συστατικά στοιχεία:
• Τη θέση-άποψη
• Τα επιχειρήματα αιτιολόγησης αυτής
Παράδειγμα:
«Στις σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες το φαινόμενο της φτώχειας λαμβάνει όλο και πιο δραματικές διαστάσεις. Και αυτό συμβαίνει διότι αναπτύσσεται ένας άμετρος ανταγωνισμός για τη νομή του πλούτου με βάση τα κριτήρια που θέτει η ελεύθερη αγορά…, οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί περισσότεροι και φτωχότεροι… Επίσης, αυξάνεται συνεχώς το κόστος ζωής…, πολλοί δεν μπορούν να ανταποκριθούν ούτε στις βασικές ανάγκες… Ενώ το κράτος πρόνοιας χωλαίνει, αφού το σύστημα θεωρεί όσους δεν μπορούν να αποδώσουν τα μέγιστα ως περιττά σώματα και τα αποβάλλει…»
7) Με αίτιο/α-αποτέλεσμα/τα
Μια παράγραφος αναπτύσσεται με αίτιο/α-αποτέλεσμα/τα, όταν σε αυτή:
• Δίνονται το αίτιο ή τα αίτια που οδηγούν σε ένα αποτέλεσμα(αίτιο ή αίτια - αποτέλεσμα)...
ή
• Δίνονται τα αποτελέσματα-συνέπειες ενός αιτίου (αίτιο - αποτελέσματα).
Στην περίπτωση αυτή ο μαθητής πρέπει να αναφέρει και τα εξής συστατικά στοιχεία: το αίτιο ή τα αίτια α..., β..., γ... και το αποτέλεσμα χ ή τααποτελέσματα α..., β..., γ... και το αίτιο χ…
Παράδειγμα:
«Η κλιμάκωση της φτώχειας διασπά τον κοινωνικό ιστό διευρύνοντας το χάσμα και τις διαφορές μεταξύ των φτωχών και των πλουσίων… Κατόπιν, πυροδοτεί οξείες αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις…Τρέφει αντικοινωνικές μορφές συμπεριφοράς… Όσο αυξάνονται οι φτωχοί αυξάνεται και η δυσαρέσκεια προς το κράτος… Οι πολίτες χάνουν την εμπιστοσύνη τους προς τους πολιτικούς και αυτό εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για τη δημοκρατία…»
8) Με συνδυασμό μεθόδων
Μια παράγραφος αναπτύσσεται με συνδυασμό μεθόδων όταν σε αυτή εντοπίζονται περισσότερες της μιας μέθοδοι, π.χ. σύγκριση-αντίθεση και παραδείγματα.
Στην περίπτωση αυτή ο μαθητής πρέπει να απαντήσει ως εξής:
«Η παράγραφος αναπτύσσεται με συνδυασμό μεθόδων. Ειδικότερα αναπτύσσεται με:
α. Σύγκριση-αντίθεση. Συστατικά στοιχεία:
• Συγκρινόμενα μέλη: α... και β...
• κ.λπ.
β. Παραδείγματα. Συγκεκριμένα παραθέτει τα εξής παραδείγματα:
• α...
• β...
Παράδειγμα:
«Οφείλουμε ως άτομα-μέλη μιας οργανωμένης κοινωνίας να θέσουμε ως κοινό στόχο την πρόοδο και να αποφύγουμε με κάθε τρόπο το συντηρητισμό. Η πρόοδος είναι ο μόνος δρόμος που διασφαλίζει την κοινωνική και προσωπική μας ανέλιξη, μέσα δηλαδή από αυτή θα μπορέσουμε ως άτομα να καλλιεργήσουμε ένα ελεύθερο πνεύμα, χωρίς προσκόλληση σε πεπερασμένες αντιλήψεις…, που διαμορφώνει συνθήκες ευνοϊκές για την ανάπτυξη σε όλους τους τομείς, για παράδειγμα συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη…, στην εξέλιξη του πολιτισμού, αφού εισάγει νέες ιδέες… Αντίθετα, ο συντηρητισμός δημιουργεί συνθήκες στασιμότητας και οπισθοδρόμησης, όπως για παράδειγμα η πολιτισμική στασιμότητα, αφού αφορίζει κάθε νέο και ξένο στοιχείο…, βαλτώνει κάθε προσπάθεια για βελτίωση και αναβάθμιση των συνθηκών ζωής…, αδυνατεί να ανταποκριθεί στις συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες και ανάγκες, όπως είναι…»
ΛΑΚΩΝΙΚΟΤΗΤΑ - ΑΡΚΤΙΚΟΛΕΞΑ
ΟΡΙΣΜΟΣ
Με τον όρο «λακωνικότητα» εννοούμε την ικανότητα έκφρασης ενός ατόμου με μεστότητα,
περιεκτικότητα και συντομία. Με άλλα λόγια, αυτό το άτομο έχει τη δυνατότητα να εκφράζεται με
ακρίβεια, κάνοντας πιο εύκολο για το δέκτη να κατανοήσει το νόημα των λόγων του. Το να μπορεί
να εκφράζεται κάποιος εύστοχα και απλά δηλώνει πνευματική καλλιέργεια, καλή γνώση της
γλώσσας αλλά και λιτότητα και ουσία, τόσο στον τρόπο σκέψης όσο και στον τρόπο ζωής. Γι’ αυτό
αρκετοί υποστηρίζουν ότι η λακωνικότητα είναι φιλοσοφία, αντίληψη, δηλαδή, ζωής.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ
Τη χωρίς ωραιολογίες, σύντομη ομιλία καθιέρωσαν οι αρχαίοι Σπαρτιάτες και ήταν άρρηκτα
συνυφασμένη με το γενικότερο τρόπο ζωής τους που υπήρξε λιτός, χωρίς περιττά στοιχεία.
Άλλωστε, οι Σπαρτιάτες ως έμβλημα τους είχαν την πειθαρχία, αρετή η οποία επεκτάθηκε και στον
τρόπο έκφρασης. Το μέτρο, όμως, ήταν χαρακτηριστικό γνώρισμα όλων των αρχαίων Ελλήνων, και
στη ζωή και στην έκφραση, ενώ είναι γεγονός ότι γενικότερα η ελληνική γλώσσα ήταν και είναι
από τις πιο πλούσιες, μεστές και ακριβές γλώσσες, με μια ξεχωριστή λέξη για κάθε νοηματική
απόχρωση.
ΛΟΓΟΙ ΠΟΥ ΚΑΘΙΣΤΟΥΝ ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΤΗ ΛΑΚΩΝΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
Ο χαρακτήρας της σημερινής εποχής καθιστά αναγκαία τη λακωνικότητα.
Οι κοινωνίες είναι ιδιαίτερα σύνθετες και πολύπλοκες.
Γρήγοροι ρυθμοί εκτύλιξης των γεγονότων και των αλλαγών.
Καταιγισμός των μηνυμάτων. Η γιγάντωση των εξωτερικών μηνυμάτων εξαναγκάζει τον
άνθρωπο να απλοποιήσει τον λόγο του, να περιοριστεί στα ουσιώδη. Ο χρόνος είναι
περιορισμένος και τα νοήματα πρέπει να κατανοούνται γρήγορα και οι αποφάσεις να
λαμβάνονται ταχύτατα.
Αύξηση του ανταγωνισμού και των απαιτήσεων.
Βιομηχανοποιημένος τρόπος ζωής που επιβάλλει την εξειδίκευση. Η ανάπτυξη της τεχνολογίας
και της επιστήμης οδήγησε στην αύξηση της ορολογίας, στην αλλοίωση της δομής της γλώσσας
και στην τυποποίηση της σκέψης και της έκφρασης.
Ο λόγος έχει περιοριστεί στα ουσιώδη, έχει συνθηματοποιηθεί. Η σκέψη υποβαθμίστηκε, ενώ
παρατηρείται μια έλλειψη καλλιέργειας και κριτικής ικανότητας, μια έλλειψη εσωτερικής
πνευματικής ζωής και αυτογνωσίας.
ΣΗΜΑΣΙΑ ΛΑΚΩΝΙΚΟΤΗΤΑΣ
Αρχικά το «λακωνίζειν» συμβάλλει στην κατανόηση του λόγου. Το άτομο που μπορεί να
εκφράζεται με μικρές φράσεις, έχει την ικανότητα να διακρίνει το θεμελιώδες και να το
προβάλλει στο βραχύ λόγο, γεγονός που αποδεικνύει την καθολική ικανότητα ανθρώπου
καλλιεργημένου. Με αυτό τον τρόπο αναπτύσσεται η κριτική ικανότητα του τόμου, η οποία το
βοηθά να αμφιβάλλει γόνιμα, προβάλλοντας θετικές αντιπροτάσεις για θέματα κοινωνικού
προβληματισμού.
Η λακωνική έκφραση προτάσσει την ορθοέπεια έναντι της καλλιέπειας, την ακρίβεια έναντι της
επιτήδευσης και τη βραχυλογία έναντι της περιττολογίας. Με άλλα λόγια, υποτιμά τη μορφή της
διατύπωσης έναντι του περιεχομένου της, προβάλλοντας την αρχή πως η λεκτική ένδυση μιας
σκέψης πρέπει να αποβλέπει στην εύρεση και τη μετάδοση της αλήθειας. Η λακωνική έκφραση
απευθύνεται στη λογική, την κρίση του δέκτη και τον οδηγεί σε νηφάλια αξιολόγηση των
μηνυμάτων. Αντίθετα ο πολυσχιδής και εκτεταμένος λόγος που βρίθει εντυπωσιακών σχημάτων
και ρητορικών εκφράσεων, αποσκοπεί στον εντυπωσιασμό, στον αποπροσανατολισμό, στην
παραπλάνηση και στη συγκάλυψη της αλήθειας.
Όταν ο τρόπος ομιλίας είναι απλός και μεστός, το ίδιο ώριμη και ουσιαστική είναι η σκέψη,
ενώ η απλότητα και η έλλειψη της υπερβολής και του περιττού χαρακτηρίζει όλες τις
δραστηριότητές του. Εφόσον γλώσσα και σκέψη είναι οι όψεις του ίδιου νομίσματος, τότε η
ιδιόλεκτός μας αντανακλά και τον τρόπο με τον οποίο σκεπτόμαστε. Η απλότητα, λοιπόν, στο
λόγο και η αποφυγή σχοινοτενούς λόγου χωρίς αρχή, μέση και τέλος, δείχνουν άνθρωπο
πνευματικά ώριμο και ανεπιτήδευτο σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του.
Η λακωνικότητα υποδηλώνει κατάρτιση, σαφή και πλήρη γνώση του αντικειμένου. Προσδίδει
εγκυρότητα και βαρύτητα στον λόγο, αναδεικνύοντας τη συγκροτημένη σκέψη του ομιλητή. Ο
λακωνικός άνθρωπος είναι λεπτολόγος και αγαπά την ουσία σε αντίθεση με τον φλύαρο που
διακρίνεται για την επιπολαιότητά του.
Επειδή όμως ο άνθρωπος είναι ον κοινωνικό, ο μεστός και περιεκτικός λόγος, που γίνεται
ευκολότερα κατανοητός και υποβάλλει σε αυστηρή θεώρηση του μηνύματος, διευκολύνει την
επικοινωνία. Ο πομπός συλλαμβάνει ολόπλευρα και κατανοεί σε βάθος τα μηνύματά του. Με
αυτό τον τρόπο αποτελεί εφαλτήριο για την καλλιέργεια της συνεργασίας και της αλληλεγγύης,
αρετές που σήμερα σπανίζουν, γιατί η ωφελιμιστική εποχή μας έχει εδραιώσει τον ανταγωνισμό
και την ατομικιστική συμπεριφορά.
Με τη διευκόλυνση όμως της επικοινωνίας, προάγεται η διαδικασία του «ερωτάν και του
αποκρίνεσθαι». Άρα, το άτομο αρχίζει να φιλοσοφεί μέσα στην πολιτική κοινωνία και να
διαμορφώνει γνώμες που προάγουν τον ατομικό, πνευματικό, ηθικό, πολιτικό και κοινωνικό
βίο. Ιδιαίτερα όταν οι πολιτικοί χρησιμοποιούν λόγο όχι στομφώδη και φλύαρο αλλά καίριο και
αποδεικτικό, τότε αναβαθμίζεται ο ρόλος τους, κερδίζοντας παράλληλα την εμπιστοσύνη των
πολιτών. Αποφεύγεται ο ξύλινος και γριφώδης λόγος, ο λαϊκισμός που παρεμποδίζει τη
λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Έτσι προφυλάσσεται το δημοκρατικό πολίτευμα
καθώς ο πολίτης μπορεί να παρακολουθεί τις εξελίξεις, να συμμετέχει στον δημόσιο διάλογο
και να παρεμβαίνει ουσιαστικά.
Σε μια εποχή που τα μηνύματα, τα ερεθίσματα, οι πληροφορίες είναι πολυάριθμα, η
λακωνικότητα συντελεί στην άμεση αφομοίωσή τους και προβάλλεται ως επιτακτικό αίτημα για
να μην οδηγούνται τα άτομα στην πνευματική σύγχυση ούτε να μετατρέπονται σε φερέφωνα
αλλά να γνωρίζουν την αλήθεια.
Ευεργετικές είναι οι συνέπειες της λακωνικότητας στο χώρο των Γραμμάτων και των Τεχνών.
Ο λακωνικός πνευματικός άνθρωπος δεν είναι αποστασιοποιημένος από το κοινωνικό σύνολο,
αλλά βρίσκεται κοντά στον λαό και τον καθοδηγεί.
Είναι το απόσταγμα της σοφίας, της εμπειρίας, της οξυδέρκειας, της φαντασίας των ατόμων και
λαών. Ό,τι η πείρα δίδαξε αποτυπώνεται με τη μορφή ρητών, γνωμικών, παροιμιών και
κυριαρχεί με το βάθος, την ακρίβεια και την αυτάρκεια του. Με αυτές τις ολιγόλογες, κοφτερές
και ξεκάθαρες φράσεις κατόρθωσε ο άνθρωπος να διατυπώσει μεγάλες αλήθειες που
αναφέρονται είτε στη φυσική τάξη είτε στους νόμους της ζωής.
Η λακωνικότητα λειτουργεί ως αντιστάθμισμα στη διαβρωτική λειτουργία του σύγχρονου
πολιτισμού. Είναι μια κοσμοθεωρία που απαγκιστρώνει τον άνθρωπο από την αμετροέπεια, τον
οδηγεί μέσα από έναν ειλικρινή διάλογο με τον εαυτό του και τους άλλους στην κατάκτηση της
αυτογνωσίας, του αυτοελέγχου και της αυτοπειθαρχίας, μετριάζει τον αμοραλισμό, τον υλικό
ευδαιμονισμό, τον άκρατο καταναλωτισμό και τον εθίζει στο να ελέγχει την κατώτερη φύση και
τα πάθη του.
ΕΞ ΑΝΤΙΘΕΤΟΥ ΑΠΟΔΕΙΞΗ (ΤΙ ΣΥΝΕΠΑΓΕΤΑΙ Η ΦΛΥΑΡΙΑ ΚΑΙ Η
ΑΠΕΡΑΝΤΟΛΟΓΙΑ)
Η αξία της λακωνικότητας αποδεικνύεται καλύτερα, στην περίπτωση που αυτή απουσιάζει. Η
μακρηγορία είναι συχνά δείγμα ανθρώπου φλύαρου, ο οποίος προσπαθεί με πομπώδεις εκφράσεις
όχι να εξηγήσει και να πείσει το συνομιλητή του με λογικά επιχειρήματα, αλλά να τον
παραπλανήσει και να τον αποπροσανατολίσει από την αλήθεια. Με τέτοιου είδους, όμως, ρητορικά
τεχνάσματα δεν προάγεται η επικοινωνία και η γόνιμη συνάντηση των ανθρώπων συνεπώς,
υποβαθμίζεται όχι μόνον η ποιότητα της επικοινωνίας αλλά και η ποιότητα της ζωής. Τα
αποτελέσματα λοιπόν της φλυαρίας είναι αρνητικά : βερμπαλισμός, επιτήδευση, κενότητα,
πλατειασμός, σύγχυση, αοριστία, προσκόμματα όλα της γνήσιας επικοινωνίας.
Ωστόσο η λακωνικότητα δεν είναι κατ’ ανάγκη αποδεικτικό στοιχείο πνευματικής ωριμότητας.
Μπορεί κάλλιστα να οφείλεται και σε λόγους εσωστρέφειας και πνευματικής ένδειας, οπότε η
επιφαινόμενη απλότητά της δεν είναι παρά αντικοινωνικότητα ή απλοϊκότητα και οι
αποφθεγματικές διατυπώσεις της δεν περιέχουν τίποτα άλλο από κοινοτυπίες. Συνάμα, δεν είναι
πάντα ικανή να ανταποκριθεί σε όλους τις επικοινωνιακές ανάγκες και να εξυπηρετήσει όλους τους
επικοινωνιακούς σκοπούς. Για παράδειγμα, οι λεπτές συναισθηματικές αποχρώσεις και οι σύνθετες
ιδέες, απόρροια ενός κόσμου πολυπλοκότερου από τον αρχαίο, δεν μπορούν να αποδοθούν με
επάρκεια από την βραχυλογική έκφραση. Ομοίως, το έργο της διδασκαλίας, της κριτικής,
υλοποιείται αποτελεσματικότερα με τον αναλυτικό και όχι με το λακωνικό λόγο.
ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΥΗΘΕΙ ΤΟ ΑΤΟΜΟ ΣΤΗ ΛΑΚΩΝΙΚΟΤΗΤΑ
Για να μπορεί το άτομο να λέει σημαντικά πράγματα με απλό τρόπο, πρέπει να ασκηθεί από τη
μικρή του ηλικία. Άσκηση που προϋποθέτει, αφενός, κατάλληλη γλωσσική διδασκαλία και,
αφετέρου, την επιλογή ενός ανεπιτήδευτου τρόπου ζωής.
Συμπέρασμα = Καμία διατύπωση δεν μπορεί να διεκδικήσει την απόλυτη καταλληλότητα σε όλες
τις πνευματικές και επικοινωνιακές ανάγκες του ανθρώπου. Το είδος της πνευματικής λειτουργίας
και οι συνθήκες της επικοινωνιακής περίστασης είναι, τελικά, που προσδιορίζουν την
καταλληλότητά της, όχι το πόσο προσεγγίζει ή αποκλίνει από ένα ορισμένο πρότυπο λόγου.
ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΤΟΜΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΠΟΥ ΚΑΝΕΙ Ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ
ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΑΡΚΤΙΚΟΛΕΞΩΝ ΜΕ ΤΗ ΛΑΚΩΝΙΚΟΤΗΤΑ.
Αναμφίβολα, η σημερινή συντόμευση του λόγου με τη χρήση αρκτικόλεξων διαφέρει από τη
λακωνικότητα. Η διαφορά τους έγκειται στο ότι ο λακωνικός λόγος στοχεύει στην ακριβολογία και
στην επιγραμματικότητα, ώστε η επικοινωνιακή διαδικασία να τελειώνει σύντομα, εύληπτα και
απρόσκοπτα. Γι’ αυτό άλλωστε και το «λακωνίζειν» έχει ταυτιστεί με τη βιοθεωρία της
αυτάρκειας, του απέριττου, του λιτού , του ουσιώδους και του φυσικού. Ο σύγχρονος όμως
άνθρωπος ακρωτηριάζει το λόγο του, έχοντας αλλότριους στόχους από αυτούς της λακωνικότητας.
Σκοπεύει στην εξοικονόμηση χρόνου και όχι στην απρόσκοπτη επικοινωνία, γιατί πιστεύει ότι η
επικοινωνία με το διπλανό του αφαιρεί πολύτιμο χρόνο από την πραγμάτωση των στόχων. Επίσης
επειδή ο άνθρωπος της εποχής μας δε θεωρεί το συνάνθρωπο συνοδοιπόρο αλλά αντίπαλο, η
συμβατική επικοινωνία με τα αρκτικόλεξα τον ικανοποιεί και τον καλύπτει. Έχοντας λοιπόν ο
άνθρωπος αυτές τις προτεραιότητες διεκπεραιώνει τις επικοινωνιακές του εκδηλώσεις με άναρθρες
κραυγές και φυλακίζει την ψυχή του, καθώς εκφράζεται μηχανικά, σπασμωδικά, συνθηματικά. Η
σημερινή λοιπόν συντόμευση του λόγου είναι αποτέλεσμα της χρησιμοθηρικής αντίληψης για τη
ζωή.
Αρκτικόλεξα
Αίτια εκτεταμένης χρήσης αρκτικόλεξων:
• Η εποχή μας είναι μια εποχή καταιγισμού πληροφοριών και έχουμε γι’ αυτό μια αυξημένη
γλωσσική επικοινωνία.
• Στην ανταγωνιστική και άκρως απαιτητική εποχή και κοινωνία μας χρειάζεται να προβούμε σε
εξοικονόμηση χώρου, χρόνου, δύναμης και η εκτεταμένη χρήση αρκτικόλεξων βοηθά σ’ αυτό.
• Η εκτενής χρήση Η/Υ και διαδικτύου οδηγεί στη συχνή κωδικοποίηση της γλώσσας και τη
χρήση συντομογραφιών.
• Τα αρκτικόλεξα συντομεύουν και πυκνώνουν το λόγο γι’ αυτό και χρησιμοποιούνται τόσο
εκτεταμένα.
• Η επέκταση της γραφειοκρατίας ιδίως στην Ελλάδα καθιστά απαραίτητα τα αρκτικόλεξα.
• Η γλώσσα των ΜΜΕ στην οποία κυριαρχεί η συνθηματολογία συμβάλλει στην επικράτηση
αρκτικόλεξων.
• Σήμερα λόγω της συνθετότητας της κοινωνίας δημιουργούνται συνεχώς νέοι οργανισμοί,
σύλλογοι, οργανώσεις, σωματεία, ενώσεις κ.λπ., στην καλύτερη λειτουργία των οποίων συντελεί
η χρήση συντομογραφιών, εφόσον μέσω αυτών προωθούνται γρηγορότερα οι συζητήσεις -
συνεννοήσεις των μελών κ.λπ.
• Οι πολιτικοί ηγέτες χρησιμοποιούν συχνά «ξύλινο» λόγο με συνθηματολογία, στοιχεία που
αποτελούν πρόσφορο έδαφος και για την εκτενή χρήση αρκτικόλεξων.
• Σύμπλεγμα κατωτερότητας - ξενομανία - μιμητισμός.
Επιπτώσεις εκτεταμένης χρήσης αρκτικόλεξων:
• Τα αρκτικόλεξα δεν είναι λέξεις ούτε φράσεις, είναι απλώς ήχοι με αναγνωρίσιμο νόημα κι αυτό
αλλοιώνει τη γλώσσα.
• Η αλλοίωση της γλώσσας δεν είναι μόνο αισθητική αλλά και ουσιαστική, αφού οι λέξεις περνούν
σε μια μορφή ακλισίας κι αυτό οδηγεί τη γλώσσα σε πλήρη διάβρωση.
• Η συσσώρευση – κατάχρηση τέτοιων συντομογραφιών οδηγεί τη γλώσσα σε τυποποίηση και
συνθηματοποίηση. Έτσι η γλώσσα από αξία πνευματική γίνεται γλώσσα μηχανής - προκάτ.
• Η εκτεταμένη χρήση συντομογραφιών δεν επιφέρει μόνο συρρίκνωση της γλώσσας αλλά και
πνευματική συρρίκνωση, αφού γλώσσα και σκέψη βρίσκονται σε διαλεκτική σχέση μεταξύ τους.
• Με αυτό τον τρόπο επίσης ενισχύεται και η απομάκρυνση των ανθρώπων, εφόσoν δεν υφίσταται
ολοκληρωμένος διάλογος.
• Κίνδυνος για την ίδια την εθνική μας φυσιογνωμία γενικότερα, αφού η γλώσσα είναι άμεσα
συνδεδεμένη με αυτήν.
ΟΡΙΣΜΟΣ
Με τον όρο «λακωνικότητα» εννοούμε την ικανότητα έκφρασης ενός ατόμου με μεστότητα,
περιεκτικότητα και συντομία. Με άλλα λόγια, αυτό το άτομο έχει τη δυνατότητα να εκφράζεται με
ακρίβεια, κάνοντας πιο εύκολο για το δέκτη να κατανοήσει το νόημα των λόγων του. Το να μπορεί
να εκφράζεται κάποιος εύστοχα και απλά δηλώνει πνευματική καλλιέργεια, καλή γνώση της
γλώσσας αλλά και λιτότητα και ουσία, τόσο στον τρόπο σκέψης όσο και στον τρόπο ζωής. Γι’ αυτό
αρκετοί υποστηρίζουν ότι η λακωνικότητα είναι φιλοσοφία, αντίληψη, δηλαδή, ζωής.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ
Τη χωρίς ωραιολογίες, σύντομη ομιλία καθιέρωσαν οι αρχαίοι Σπαρτιάτες και ήταν άρρηκτα
συνυφασμένη με το γενικότερο τρόπο ζωής τους που υπήρξε λιτός, χωρίς περιττά στοιχεία.
Άλλωστε, οι Σπαρτιάτες ως έμβλημα τους είχαν την πειθαρχία, αρετή η οποία επεκτάθηκε και στον
τρόπο έκφρασης. Το μέτρο, όμως, ήταν χαρακτηριστικό γνώρισμα όλων των αρχαίων Ελλήνων, και
στη ζωή και στην έκφραση, ενώ είναι γεγονός ότι γενικότερα η ελληνική γλώσσα ήταν και είναι
από τις πιο πλούσιες, μεστές και ακριβές γλώσσες, με μια ξεχωριστή λέξη για κάθε νοηματική
απόχρωση.
ΛΟΓΟΙ ΠΟΥ ΚΑΘΙΣΤΟΥΝ ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΤΗ ΛΑΚΩΝΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
Ο χαρακτήρας της σημερινής εποχής καθιστά αναγκαία τη λακωνικότητα.
Οι κοινωνίες είναι ιδιαίτερα σύνθετες και πολύπλοκες.
Γρήγοροι ρυθμοί εκτύλιξης των γεγονότων και των αλλαγών.
Καταιγισμός των μηνυμάτων. Η γιγάντωση των εξωτερικών μηνυμάτων εξαναγκάζει τον
άνθρωπο να απλοποιήσει τον λόγο του, να περιοριστεί στα ουσιώδη. Ο χρόνος είναι
περιορισμένος και τα νοήματα πρέπει να κατανοούνται γρήγορα και οι αποφάσεις να
λαμβάνονται ταχύτατα.
Αύξηση του ανταγωνισμού και των απαιτήσεων.
Βιομηχανοποιημένος τρόπος ζωής που επιβάλλει την εξειδίκευση. Η ανάπτυξη της τεχνολογίας
και της επιστήμης οδήγησε στην αύξηση της ορολογίας, στην αλλοίωση της δομής της γλώσσας
και στην τυποποίηση της σκέψης και της έκφρασης.
Ο λόγος έχει περιοριστεί στα ουσιώδη, έχει συνθηματοποιηθεί. Η σκέψη υποβαθμίστηκε, ενώ
παρατηρείται μια έλλειψη καλλιέργειας και κριτικής ικανότητας, μια έλλειψη εσωτερικής
πνευματικής ζωής και αυτογνωσίας.
ΣΗΜΑΣΙΑ ΛΑΚΩΝΙΚΟΤΗΤΑΣ
Αρχικά το «λακωνίζειν» συμβάλλει στην κατανόηση του λόγου. Το άτομο που μπορεί να
εκφράζεται με μικρές φράσεις, έχει την ικανότητα να διακρίνει το θεμελιώδες και να το
προβάλλει στο βραχύ λόγο, γεγονός που αποδεικνύει την καθολική ικανότητα ανθρώπου
καλλιεργημένου. Με αυτό τον τρόπο αναπτύσσεται η κριτική ικανότητα του τόμου, η οποία το
βοηθά να αμφιβάλλει γόνιμα, προβάλλοντας θετικές αντιπροτάσεις για θέματα κοινωνικού
προβληματισμού.
Η λακωνική έκφραση προτάσσει την ορθοέπεια έναντι της καλλιέπειας, την ακρίβεια έναντι της
επιτήδευσης και τη βραχυλογία έναντι της περιττολογίας. Με άλλα λόγια, υποτιμά τη μορφή της
διατύπωσης έναντι του περιεχομένου της, προβάλλοντας την αρχή πως η λεκτική ένδυση μιας
σκέψης πρέπει να αποβλέπει στην εύρεση και τη μετάδοση της αλήθειας. Η λακωνική έκφραση
απευθύνεται στη λογική, την κρίση του δέκτη και τον οδηγεί σε νηφάλια αξιολόγηση των
μηνυμάτων. Αντίθετα ο πολυσχιδής και εκτεταμένος λόγος που βρίθει εντυπωσιακών σχημάτων
και ρητορικών εκφράσεων, αποσκοπεί στον εντυπωσιασμό, στον αποπροσανατολισμό, στην
παραπλάνηση και στη συγκάλυψη της αλήθειας.
Όταν ο τρόπος ομιλίας είναι απλός και μεστός, το ίδιο ώριμη και ουσιαστική είναι η σκέψη,
ενώ η απλότητα και η έλλειψη της υπερβολής και του περιττού χαρακτηρίζει όλες τις
δραστηριότητές του. Εφόσον γλώσσα και σκέψη είναι οι όψεις του ίδιου νομίσματος, τότε η
ιδιόλεκτός μας αντανακλά και τον τρόπο με τον οποίο σκεπτόμαστε. Η απλότητα, λοιπόν, στο
λόγο και η αποφυγή σχοινοτενούς λόγου χωρίς αρχή, μέση και τέλος, δείχνουν άνθρωπο
πνευματικά ώριμο και ανεπιτήδευτο σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του.
Η λακωνικότητα υποδηλώνει κατάρτιση, σαφή και πλήρη γνώση του αντικειμένου. Προσδίδει
εγκυρότητα και βαρύτητα στον λόγο, αναδεικνύοντας τη συγκροτημένη σκέψη του ομιλητή. Ο
λακωνικός άνθρωπος είναι λεπτολόγος και αγαπά την ουσία σε αντίθεση με τον φλύαρο που
διακρίνεται για την επιπολαιότητά του.
Επειδή όμως ο άνθρωπος είναι ον κοινωνικό, ο μεστός και περιεκτικός λόγος, που γίνεται
ευκολότερα κατανοητός και υποβάλλει σε αυστηρή θεώρηση του μηνύματος, διευκολύνει την
επικοινωνία. Ο πομπός συλλαμβάνει ολόπλευρα και κατανοεί σε βάθος τα μηνύματά του. Με
αυτό τον τρόπο αποτελεί εφαλτήριο για την καλλιέργεια της συνεργασίας και της αλληλεγγύης,
αρετές που σήμερα σπανίζουν, γιατί η ωφελιμιστική εποχή μας έχει εδραιώσει τον ανταγωνισμό
και την ατομικιστική συμπεριφορά.
Με τη διευκόλυνση όμως της επικοινωνίας, προάγεται η διαδικασία του «ερωτάν και του
αποκρίνεσθαι». Άρα, το άτομο αρχίζει να φιλοσοφεί μέσα στην πολιτική κοινωνία και να
διαμορφώνει γνώμες που προάγουν τον ατομικό, πνευματικό, ηθικό, πολιτικό και κοινωνικό
βίο. Ιδιαίτερα όταν οι πολιτικοί χρησιμοποιούν λόγο όχι στομφώδη και φλύαρο αλλά καίριο και
αποδεικτικό, τότε αναβαθμίζεται ο ρόλος τους, κερδίζοντας παράλληλα την εμπιστοσύνη των
πολιτών. Αποφεύγεται ο ξύλινος και γριφώδης λόγος, ο λαϊκισμός που παρεμποδίζει τη
λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Έτσι προφυλάσσεται το δημοκρατικό πολίτευμα
καθώς ο πολίτης μπορεί να παρακολουθεί τις εξελίξεις, να συμμετέχει στον δημόσιο διάλογο
και να παρεμβαίνει ουσιαστικά.
Σε μια εποχή που τα μηνύματα, τα ερεθίσματα, οι πληροφορίες είναι πολυάριθμα, η
λακωνικότητα συντελεί στην άμεση αφομοίωσή τους και προβάλλεται ως επιτακτικό αίτημα για
να μην οδηγούνται τα άτομα στην πνευματική σύγχυση ούτε να μετατρέπονται σε φερέφωνα
αλλά να γνωρίζουν την αλήθεια.
Ευεργετικές είναι οι συνέπειες της λακωνικότητας στο χώρο των Γραμμάτων και των Τεχνών.
Ο λακωνικός πνευματικός άνθρωπος δεν είναι αποστασιοποιημένος από το κοινωνικό σύνολο,
αλλά βρίσκεται κοντά στον λαό και τον καθοδηγεί.
Είναι το απόσταγμα της σοφίας, της εμπειρίας, της οξυδέρκειας, της φαντασίας των ατόμων και
λαών. Ό,τι η πείρα δίδαξε αποτυπώνεται με τη μορφή ρητών, γνωμικών, παροιμιών και
κυριαρχεί με το βάθος, την ακρίβεια και την αυτάρκεια του. Με αυτές τις ολιγόλογες, κοφτερές
και ξεκάθαρες φράσεις κατόρθωσε ο άνθρωπος να διατυπώσει μεγάλες αλήθειες που
αναφέρονται είτε στη φυσική τάξη είτε στους νόμους της ζωής.
Η λακωνικότητα λειτουργεί ως αντιστάθμισμα στη διαβρωτική λειτουργία του σύγχρονου
πολιτισμού. Είναι μια κοσμοθεωρία που απαγκιστρώνει τον άνθρωπο από την αμετροέπεια, τον
οδηγεί μέσα από έναν ειλικρινή διάλογο με τον εαυτό του και τους άλλους στην κατάκτηση της
αυτογνωσίας, του αυτοελέγχου και της αυτοπειθαρχίας, μετριάζει τον αμοραλισμό, τον υλικό
ευδαιμονισμό, τον άκρατο καταναλωτισμό και τον εθίζει στο να ελέγχει την κατώτερη φύση και
τα πάθη του.
ΕΞ ΑΝΤΙΘΕΤΟΥ ΑΠΟΔΕΙΞΗ (ΤΙ ΣΥΝΕΠΑΓΕΤΑΙ Η ΦΛΥΑΡΙΑ ΚΑΙ Η
ΑΠΕΡΑΝΤΟΛΟΓΙΑ)
Η αξία της λακωνικότητας αποδεικνύεται καλύτερα, στην περίπτωση που αυτή απουσιάζει. Η
μακρηγορία είναι συχνά δείγμα ανθρώπου φλύαρου, ο οποίος προσπαθεί με πομπώδεις εκφράσεις
όχι να εξηγήσει και να πείσει το συνομιλητή του με λογικά επιχειρήματα, αλλά να τον
παραπλανήσει και να τον αποπροσανατολίσει από την αλήθεια. Με τέτοιου είδους, όμως, ρητορικά
τεχνάσματα δεν προάγεται η επικοινωνία και η γόνιμη συνάντηση των ανθρώπων συνεπώς,
υποβαθμίζεται όχι μόνον η ποιότητα της επικοινωνίας αλλά και η ποιότητα της ζωής. Τα
αποτελέσματα λοιπόν της φλυαρίας είναι αρνητικά : βερμπαλισμός, επιτήδευση, κενότητα,
πλατειασμός, σύγχυση, αοριστία, προσκόμματα όλα της γνήσιας επικοινωνίας.
Ωστόσο η λακωνικότητα δεν είναι κατ’ ανάγκη αποδεικτικό στοιχείο πνευματικής ωριμότητας.
Μπορεί κάλλιστα να οφείλεται και σε λόγους εσωστρέφειας και πνευματικής ένδειας, οπότε η
επιφαινόμενη απλότητά της δεν είναι παρά αντικοινωνικότητα ή απλοϊκότητα και οι
αποφθεγματικές διατυπώσεις της δεν περιέχουν τίποτα άλλο από κοινοτυπίες. Συνάμα, δεν είναι
πάντα ικανή να ανταποκριθεί σε όλους τις επικοινωνιακές ανάγκες και να εξυπηρετήσει όλους τους
επικοινωνιακούς σκοπούς. Για παράδειγμα, οι λεπτές συναισθηματικές αποχρώσεις και οι σύνθετες
ιδέες, απόρροια ενός κόσμου πολυπλοκότερου από τον αρχαίο, δεν μπορούν να αποδοθούν με
επάρκεια από την βραχυλογική έκφραση. Ομοίως, το έργο της διδασκαλίας, της κριτικής,
υλοποιείται αποτελεσματικότερα με τον αναλυτικό και όχι με το λακωνικό λόγο.
ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΥΗΘΕΙ ΤΟ ΑΤΟΜΟ ΣΤΗ ΛΑΚΩΝΙΚΟΤΗΤΑ
Για να μπορεί το άτομο να λέει σημαντικά πράγματα με απλό τρόπο, πρέπει να ασκηθεί από τη
μικρή του ηλικία. Άσκηση που προϋποθέτει, αφενός, κατάλληλη γλωσσική διδασκαλία και,
αφετέρου, την επιλογή ενός ανεπιτήδευτου τρόπου ζωής.
Συμπέρασμα = Καμία διατύπωση δεν μπορεί να διεκδικήσει την απόλυτη καταλληλότητα σε όλες
τις πνευματικές και επικοινωνιακές ανάγκες του ανθρώπου. Το είδος της πνευματικής λειτουργίας
και οι συνθήκες της επικοινωνιακής περίστασης είναι, τελικά, που προσδιορίζουν την
καταλληλότητά της, όχι το πόσο προσεγγίζει ή αποκλίνει από ένα ορισμένο πρότυπο λόγου.
ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΤΟΜΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΠΟΥ ΚΑΝΕΙ Ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ
ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΑΡΚΤΙΚΟΛΕΞΩΝ ΜΕ ΤΗ ΛΑΚΩΝΙΚΟΤΗΤΑ.
Αναμφίβολα, η σημερινή συντόμευση του λόγου με τη χρήση αρκτικόλεξων διαφέρει από τη
λακωνικότητα. Η διαφορά τους έγκειται στο ότι ο λακωνικός λόγος στοχεύει στην ακριβολογία και
στην επιγραμματικότητα, ώστε η επικοινωνιακή διαδικασία να τελειώνει σύντομα, εύληπτα και
απρόσκοπτα. Γι’ αυτό άλλωστε και το «λακωνίζειν» έχει ταυτιστεί με τη βιοθεωρία της
αυτάρκειας, του απέριττου, του λιτού , του ουσιώδους και του φυσικού. Ο σύγχρονος όμως
άνθρωπος ακρωτηριάζει το λόγο του, έχοντας αλλότριους στόχους από αυτούς της λακωνικότητας.
Σκοπεύει στην εξοικονόμηση χρόνου και όχι στην απρόσκοπτη επικοινωνία, γιατί πιστεύει ότι η
επικοινωνία με το διπλανό του αφαιρεί πολύτιμο χρόνο από την πραγμάτωση των στόχων. Επίσης
επειδή ο άνθρωπος της εποχής μας δε θεωρεί το συνάνθρωπο συνοδοιπόρο αλλά αντίπαλο, η
συμβατική επικοινωνία με τα αρκτικόλεξα τον ικανοποιεί και τον καλύπτει. Έχοντας λοιπόν ο
άνθρωπος αυτές τις προτεραιότητες διεκπεραιώνει τις επικοινωνιακές του εκδηλώσεις με άναρθρες
κραυγές και φυλακίζει την ψυχή του, καθώς εκφράζεται μηχανικά, σπασμωδικά, συνθηματικά. Η
σημερινή λοιπόν συντόμευση του λόγου είναι αποτέλεσμα της χρησιμοθηρικής αντίληψης για τη
ζωή.
Αρκτικόλεξα
Αίτια εκτεταμένης χρήσης αρκτικόλεξων:
• Η εποχή μας είναι μια εποχή καταιγισμού πληροφοριών και έχουμε γι’ αυτό μια αυξημένη
γλωσσική επικοινωνία.
• Στην ανταγωνιστική και άκρως απαιτητική εποχή και κοινωνία μας χρειάζεται να προβούμε σε
εξοικονόμηση χώρου, χρόνου, δύναμης και η εκτεταμένη χρήση αρκτικόλεξων βοηθά σ’ αυτό.
• Η εκτενής χρήση Η/Υ και διαδικτύου οδηγεί στη συχνή κωδικοποίηση της γλώσσας και τη
χρήση συντομογραφιών.
• Τα αρκτικόλεξα συντομεύουν και πυκνώνουν το λόγο γι’ αυτό και χρησιμοποιούνται τόσο
εκτεταμένα.
• Η επέκταση της γραφειοκρατίας ιδίως στην Ελλάδα καθιστά απαραίτητα τα αρκτικόλεξα.
• Η γλώσσα των ΜΜΕ στην οποία κυριαρχεί η συνθηματολογία συμβάλλει στην επικράτηση
αρκτικόλεξων.
• Σήμερα λόγω της συνθετότητας της κοινωνίας δημιουργούνται συνεχώς νέοι οργανισμοί,
σύλλογοι, οργανώσεις, σωματεία, ενώσεις κ.λπ., στην καλύτερη λειτουργία των οποίων συντελεί
η χρήση συντομογραφιών, εφόσον μέσω αυτών προωθούνται γρηγορότερα οι συζητήσεις -
συνεννοήσεις των μελών κ.λπ.
• Οι πολιτικοί ηγέτες χρησιμοποιούν συχνά «ξύλινο» λόγο με συνθηματολογία, στοιχεία που
αποτελούν πρόσφορο έδαφος και για την εκτενή χρήση αρκτικόλεξων.
• Σύμπλεγμα κατωτερότητας - ξενομανία - μιμητισμός.
Επιπτώσεις εκτεταμένης χρήσης αρκτικόλεξων:
• Τα αρκτικόλεξα δεν είναι λέξεις ούτε φράσεις, είναι απλώς ήχοι με αναγνωρίσιμο νόημα κι αυτό
αλλοιώνει τη γλώσσα.
• Η αλλοίωση της γλώσσας δεν είναι μόνο αισθητική αλλά και ουσιαστική, αφού οι λέξεις περνούν
σε μια μορφή ακλισίας κι αυτό οδηγεί τη γλώσσα σε πλήρη διάβρωση.
• Η συσσώρευση – κατάχρηση τέτοιων συντομογραφιών οδηγεί τη γλώσσα σε τυποποίηση και
συνθηματοποίηση. Έτσι η γλώσσα από αξία πνευματική γίνεται γλώσσα μηχανής - προκάτ.
• Η εκτεταμένη χρήση συντομογραφιών δεν επιφέρει μόνο συρρίκνωση της γλώσσας αλλά και
πνευματική συρρίκνωση, αφού γλώσσα και σκέψη βρίσκονται σε διαλεκτική σχέση μεταξύ τους.
• Με αυτό τον τρόπο επίσης ενισχύεται και η απομάκρυνση των ανθρώπων, εφόσoν δεν υφίσταται
ολοκληρωμένος διάλογος.
• Κίνδυνος για την ίδια την εθνική μας φυσιογνωμία γενικότερα, αφού η γλώσσα είναι άμεσα
συνδεδεμένη με αυτήν.
Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2014
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ
ΥΛΙΚΟ
ΕΠΙΜΕΡΙΣΜΟΣ ΕΥΘΥΝΩΝ – ΑΙΤΙΑ
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ – ΣΦΑΛΜΑΤΑ - ΠΑΡΑΛΕΙΨΕΙΣ
Α.
ΑΤΟΜΟ ( ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ )
·
αιχμάλωτο
σε πάθη
·
έλλειψη
καλλιέργειας που οδηγεί σε αδυναμία κριτικής ματιάς / απουσία κριτικής στάσης
·
χαμηλό
μορφωτικό επίπεδο – αδυναμία κριτικής σκέψης
·
διακατέχεται
από επίδειξη, εγωισμό, φιλοδοξία, αρχομανία
·
αντιμετωπίζει
ψυχολογικά προβλήματα, όπως ανασφάλεια, άγχος, αίσθημα κατωτερότητας
·
επιδεικνύει
αδιαφορία
·
επηρεάζεται
από προκαταλήψεις, άγνοια, φανατισμό
·
είναι
δογματικός, αδιάλλακτος και απόλυτος
·
χαρακτηρίζεται
από επιπολαιότητα, οκνηρία
·
μιμητισμός
Β.
ΚΟΙΝΩΝΙΑ ( ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΑ – ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΕΠΟΧΗΣ )
·
επιστημονική
ανάπτυξη με κάθε τίμημα, κυριαρχεί δηλαδή η ψυχρή λογική, αποδυναμώνεται το
συναίσθημα
·
χαρακτηρίζεται
από καταναλωτικό πνεύμα, υλιστική νοοτροπία, η ύλη ανάγεται σε υπέρτατη αξία
·
επικρατεί
η απόλυτη εξειδίκευση που οδηγεί σε απώλεια δημιουργικότητας και πνευματική
μονομέρεια
·
κρίση
ηθικών αξιών, επικρατεί ο ατομικισμός και ο ωφελιμισμός, το χρησιμοθηρικό
πνεύμα σε κάθε τομέα της ανθρώπινης δράσης ( επιστήμη, τέχνη, εκπαίδευση,
εργασία )
·
απομάκρυνση
από τη φύση – αλλοτρίωση του σύγχρονου ανθρώπου
·
άκριτη
υιοθέτηση και μίμηση ξένων προτύπων που συντελούν στην απομάκρυνση από την
παράδοση και στη σταδιακή αλλοίωση της εθνικής ή πολιτιστικής ταυτότητας
·
κοινωνικές
ανισότητες, ανεργία, φτώχια, έντονα κοινωνικά προβλήματα που οδηγούν σε
κοινωνικό αναβρασμό
·
μετανάστευση,
ρατσισμός, ξενοφοβία
·
παρατηρείται
το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης, αστικοποίησης, μαζοποίησης, κοινωνικού
κομφορμισμού, δηλαδή η αδυναμία του ατόμου να διαφοροποιηθεί από τους άλλους
·
γρήγορος
και έντονος ρυθμός ζωής που προκαλεί άγχος και ιδεολογική σύγχυση
·
εκδηλώνονται
φαινόμενα κοινωνικής νοσηρότητας ( εγκλήματα, τρομοκρατικές ενέργειες )
·
αδιαφορία
για κοινωνικο-πολιτικά δρώμενα
·
ο
ατομικισμός του ανθρώπου τον οδηγεί στην αποξένωση και στην αδυναμία σύναψης
κοινωνικών σχέσεων
·
υπερπληθυσμός
Γ. ΦΟΡΕΙΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ /ΑΓΩΓΗΣ
α.
οικογένεια
·
χαμηλό
πνευματικό και ηθικό υπόβαθρο των γονέων
·
χάσμα
γενεών, έλλειψη δημοκρατικού διαλόγου, απουσία ψυχικής επαφής μεταξύ των μελών
·
υπερπροστασία
που επιφέρει καταπίεση, αυταρχική συμπεριφορά
·
αρνητικά
πρότυπα οι γονείς για τα παιδιά τους
·
προβαίνουν
σε κακοποίηση, ασκούν βία
·
ο
νέος ρόλος της γυναίκας προκαλεί εντάσεις στην οικογένεια που τις βιώνουν
κυρίως τα παιδιά
·
κρίση
στο θεσμό της οικογένειας
β.
σχολείο
·
ασφυχτικό
πρόγραμμα σπουδών που οδηγεί σε ανταγωνισμό και άγχος
·
δε
διαμορφώνει ολοκληρωμένες προσωπικότητες, δε διαπλάθει χαρακτήρες
·
επικρατεί
ο παπαγαλισμός, η βαθμοθηρία, η μίμηση, καταστάσεις που οδηγούν σε πνευματική
ανεπάρκεια, ημιμάθεια, ανταγωνισμό
·
απουσιάζει
η ανθρωπιστική παιδεία από τη σύγχρονη εκπαίδευση / ενισχύεται καθημερινά ο τεχνοκρατικός –
ωφελιμιστικός – χρησιμοθηρικός χαρακτήρας της εκπ/σης
·
ενίσχυση
κολακείας και υποκρισίας που επιφέρουν ηθική χαλάρωση
·
υπάρχει
υποτυπώδης πολιτική αγωγή, παρατηρείται έλλειψη δημοκρατικού διαλόγου
·
έλλειψη
υποδομής, αξιοκρατικού συστήματος ελέγχου των εκπαιδευτικών, ανεπάρκεια εκπ/κής
πολιτικής
γ.
Μ.Μ.Ε.
·
προβάλλει
αρνητικά πρότυπα, καθιερώνει πρότυπα ζωής που είναι ξένα προς την κοινωνία και
τις ανάγκες της
·
παραβιάζει
τη δημοσιογραφική δεοντολογία
·
μετατρέπει
το άτομο σε παθητικό δέκτη μηνυμάτων
·
μέσα
από την παραπληροφόρηση και την προπαγάνδα συντελεί στη χειραγώγηση και στον
αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης και σε συγκάλυψη της αλήθειας
·
εμπορευματοποίηση
που οδηγεί σε υποβάθμιση της ποιότητας των εκπομπών και σε πνευματική καθίζηση
·
δραματοποίηση
των ειδήσεων, οι ειδήσεις γίνονται θέαμα προς πώληση, προβολή σκηνών βίας
·
αρνητικός
ρόλος της διαφήμισης, υποβάθμιση της κουλτούρας
·
ευνοούν
φαινόμενα αναξιοκρατίας και αναξιοπιστίας, ενισχύοντας το αίσθημα της ανισότητας
και αδικίας
·
διασύνδεση
με πολιτικο-οικονομικά συμφέροντα
δ.
πολιτεία – κράτος
·
οι
πολίτες επιδεικνύουν αδιαφορία προς τα κοινά
·
η
πολιτεία είναι απρόσωπη προς το λαό
·
ασκεί δημαγωγική πολιτική, αυθαιρετεί σε βάρος
του λαού εξυπηρετώντας προσωπικά συμφέροντα, δεν παρέχει ίσες ευκαιρίες σε
όλους
·
υπάρχει
δυσπιστία και αμφισβήτηση των πολιτών απέναντι στην πολιτική ηγεσία
·
υπάρχει
πολιτική ανεπάρκεια, αναξιοπιστία των πολιτικών
·
επικρατεί
ο κομματισμός, η δημαγωγία, ο λαϊκισμός, η αναξιοκρατία
·
διαφθορά
·
χαμηλό
ηθικό υπόβαθρο των πολιτικών, οι οποίοι δεν προάγουν το συλλογικό συμφέρον,
αλλά εξυπηρετούν τις ατομικές τους φιλοδοξίες και επιδιώξεις
·
πολιτικός
φανατισμός, εθνικιστική έξαρση
·
ανυπακοή
στους νόμους
·
ατιμωρησία,
επιλεκτική εφαρμογή των νόμων που οδηγεί σε έλλειψη ισονομίας και ισοπολιτείας
ε.
πνευματική ηγεσία / πνευματικοί άνθρωποι
·
έχουν
υπεροπτική στάση και αντίληψη για τη ζωή, είναι απόμακροι από τα προβλήματα των
κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων
·
είναι
ιδεολογικά χειραγωγημένοι, υπηρετούν πολιτικές- οικονομικές- ιδεολογικές
σκοπιμότητες
·
αλλοτρίωση
λόγω θέσεων και συμφερόντων
·
δεν
προβάλλεται η δράση και το έργο τους από τα Μ.Μ.Ε.
στ.
νέοι – παιδιά – έφηβοι
·
χαρακτηρίζονται
από παντογνωσία, πνεύμα αμφισβήτησης και αντίδρασης, παρορμητικότητα,
αυθορμητισμό, απερισκεψία, έχουν ροπή στον μιμητισμό, είναι άπειροι και
ανώριμοι, συναισθηματικοί και όχι ρεαλιστές, επαφή με τις σύγχρονες τεχνολογίες
ζ.
κοινωνικές ομάδες συνομηλίκων
·
μιμητισμός,
μαζοποίηση, υιοθέτηση άκριτα αρνητικών συμπεριφορών
η.
διεθνείς οργανώσεις – κοινωνικοί φορείς
·
επιδεικνύουν
αδιαφορία, παρατηρείται ελλιπής δραστηριοποίησή τους
·
συνεργασία
με κυβερνήσεις ισχυρών κρατών για την επίλυση διεθνών προβλημάτων
ΑΡΕΤΕΣ – ΕΦΟΔΙΑ – ΠΤΥΧΕΣ
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Ι. ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΕΦΟΔΙΑ
·
κριτική
ικανότητα
·
υψηλό
μορφωτικό επίπεδο, ευρυμάθεια
·
πολύπλευρη
ενημέρωση
·
γνωστική
επάρκεια στον επαγγελματικό τομέα, ειδίκευση και όχι πνευματική μονομέρεια
·
ανοιχτό
πνεύμα
·
ενασχόληση
με επιστήμη – τεχνολογία
·
πρωτοτυπία
σκέψης
·
αυτογνωσία
/ αυτοκριτική / αυτοέλεγχο
·
πολλαπλά
ενδιαφέροντα
·
πίστη
και συνέπεια σε ότι κάνει
·
υψηλά
πρότυπα
·
έλλειψη
δογματισμού και απολυτότητας, να είναι απαλλαγμένος από προλήψεις και
αναχρονιστικές αντιλήψεις
·
αντίσταση
σε μηχανισμούς ετεροκαθορισμού και χειραγώγησης, όπως είναι η προπαγάνδα και η
διαφήμιση
·
διεκδικητική
διάθεση
·
σφαιρική
αντίληψη της ζωής και του κόσμου γύρω του
ΙΙ. ΗΘΙΚΑ ΕΦΟΔΙΑ
·
να
γνωρίζει και να υιοθετεί τις ηθικές αρετές – αξίες και τους άγραφους ηθικούς
κανόνες που είναι διαχρονικοί και μεταβιβάζονται
από γενιά σε γενιά ( ακεραιότητα, αλληλεγγύη, αλτρουισμό, δικαιοσύνη,
αυτοσεβασμό, φιλότιμο, ευθύτητα, σεμνότητα, ευσυνειδησία, αλληλοσεβασμό,
σύνεση, ταπεινοφροσύνη, τιμιότητα, αξιοπρέπεια, ανιδιοτέλεια, θάρρος,
ειλικρίνεια, υπευθυνότητα )
·
υψηλό
πατριωτικό φρόνημα
·
υψηλά
ιδανικά
·
ηθικές
αντιστάσεις απέναντι σε μηχανισμούς αλλοτρίωσης και μαζοποίησης
·
σεβασμό
στα ανθρώπινα δικαιώματα και στη διαφορετικότητα
·
ανθρωπιστικό
πνεύμα
·
ψυχική
και συναισθηματική ωριμότητα
ΙΙΙ. ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ
·
ως
πολίτης να έχει ενεργό δράση και συμμετοχή σε όλες τις εκφάνσεις της δημόσιας
ζωής
·
εθνική
συνείδηση, αλλά και διεθνιστική αντίληψη
·
οικολογική
συνείδηση, να παρεμβαίνει με σεβασμό στο περιβάλλον
·
να
υπακούει στους νόμους και να σέβεται τους θεσμούς
·
να
σέβεται τις παραδόσεις και την ιστορία του τόπου του
·
να
αξιοποιεί το κύρος και την επιρροή που διαθέτει σε πολιτικούς κύκλους για το
κοινό καλό
·
συνδικαλιστική
δράση – ενεργό συμμετοχή στις μαθητικές κοινότητες
·
δημοκρατικό
ήθος
·
να
υπερασπίζεται την ειρήνη και τη δημοκρατία
·
πίστη
στα αθλητικά ιδεώδη
·
ενεργό
δράση και να προσφέρει στήριξη στις Μ.Κ.Ο., εθελοντική δράση κυρίως των νέων
·
να
έχει υψηλά αισθητικά και καλλιτεχνικά κριτήρια, να συμβάλλει από τη θέση του
στην προαγωγή της τέχνης και του πολιτισμού
·
να
αξιοποιεί τις νέες τεχνολογίες θέτοντας αυτές στην υπηρεσία του κοινωνικού
συνόλου
·
να
συμμετέχει δραστικά και καθοριστικά στην εξυγίανση των θεσμών αναλαμβάνοντας
περισσότερες πρωτοβουλίες
·
να
συνάπτει ουσιαστικές διαπροσωπικές σχέσεις και να επικοινωνεί με τους γύρω του,
ώστε να δημιουργεί κλίμα συνεργασίας και κοινωνικής αρμονίας
·
να
επιδιώκει βελτίωση των συνθηκών ζωής στα αστικά κέντρα, ώστε να καταστεί δυνατή
η ψυχική ηρεμία και η αλλαγή της ποιότητας της ζωής σε αυτά
·
να έχει ανθρωπιστική παιδεία
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
– ΛΥΣΕΙΣ – ΤΡΟΠΟΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ – ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ- ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ – ΜΕΤΡΑ
Α. ΑΤΟΜΟ ( ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ )
·
ανθρωπιστική
παιδεία
·
οξυμμένη
κριτική ματιά
·
γόνιμη
αμφιβολία
·
σφαιρική
ενημέρωση
·
αυτογνωσία
·
πίστη
σε ιδανικά
·
εθελοντισμός
·
συμμετοχή
στα κοινά - να είναι ενεργός πολίτης
·
διάλογος
·
πολύπλευρα
ενδιαφέροντα
·
ψυχικές
αρετές
·
φιλοπατρία
·
γόνιμη
και εποικοδομητική αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου
·
στροφή
του νέου σε πιο δημιουργικές δραστηριότητες
·
να
αλλάξει το άτομο νοοτροπία και στάση ζωής, να επαναπροσδιορίσει τις αξίες του
θέτοντας ως προτεραιότητα τον άνθρωπο και το κοινωνικό συμφέρον.
Β. ΦΟΡΕΙΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ
( οι φορείς αγωγής οφείλουν να σταθούν
αρωγοί στην προσπάθεια των νέων για αλλαγή της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων και να τους εμπνεύσουν αγνά
ιδανικά και στόχους, που θα προσφέρουν νόημα και σκοπό στη ζωή τους )
α.
οικογένεια
·
διάλογος,
ψυχική επαφή, άρση του χάσματος των γενεών
·
να
αποτελούν υγιή παραδείγματα και πρότυπα
·
να
υπάρχει πνευματικό και ηθικό υπόβαθρο των γονέων
·
μετάδοση
ηθικών αξιών
β.
σχολείο
·
να
διδάσκει και να προωθεί τις ηθικές αξίες της αλληλεγγύης, της συνεργασίας, της
άμιλλας, του σεβασμού στη διαφορετικότητα
·
να
μεταδίδει ουσιαστική και όχι στείρα γνώση και υγιή πρότυπα
·
να
γίνει πιο δημιουργικό και να αξιοποιεί τις κλίσεις και τα ενδιαφέροντα των
μαθητών
·
να
προωθεί το διάλογο
·
να
χαλαρώσει το ασφυκτικό πρόγραμμα σπουδών και να εφαρμόζεται το κανονιστικό
πλαίσιο του σχολείου
·
κυριότερο και αποτελεσματικότερο μέσο
υλοποίησης όλων των προτάσεων αποτελεί η ανθρωπιστική παιδεία, που στοχεύει
στην εσωτερική καλλιέργεια των ανθρώπων. Χωρίς αυτή κάθε άλλη προσπάθεια, αν
δεν είναι ημίμετρο, θα είναι ματαιοπονία.
γ.
Μ.Μ.Ε.
·
να
υπηρετούν την αλήθεια και τη διαφάνεια
·
να
τηρούν τη διαφημιστική και δημοσιογραφική δεοντολογία
·
να
αποτελούν μέσα ελεύθερης έκφρασης των ανθρώπων
·
να
αναβαθμίσουν την ποιότητα των εκπομπών
·
να
προβάλλουν θετικές δράσεις για να δημιουργήσουν θετικά πρότυπα στους νέους
·
να
καλλιεργούν τα αισθητικά κριτήρια του κοινού με υψηλής ποιότητας εκπομπές
δ.
πολιτεία – κράτος
·
ενίσχυση
της δημοκρατίας
·
επίλυση
προβλημάτων μέσα από βιώσιμη ανάπτυξη του κράτους
·
τήρηση
των νόμων
·
αντιμετώπιση
υπογεννητικότητας, τροχαίων ατυχημάτων, ναρκωτικών, καπνίσματος, κ.ά. με
θέσπιση νόμων σχετικών και λήψη μακροπρόθεσμων μέτρων
·
βελτίωση
των υποδομών
ε.
πνευματική ηγεσία
·
να
αφυπνίζει την κοινωνία και να διαφωτίζει τους πολίτες πάνω σε σημαντικά
ζητήματα που τους απασχολούν
·
να
αποτελούν θεματοφύλακες των αξιών και των θεσμών – παραδόσεων
·
να
προβάλλουν αντίσταση στην εμπορευματοποίησε και στη μαζοποίηση
·
να
έχουν ενεργό ρόλο στην κοινωνική, πολιτική, ηθική και εκπαιδευτική πραγματικότητα
της χώρας
στ.
τέχνη
·
πρέπει
να έχει λυτρωτικό χαρακτήρα
·
να
ενώνει τα άτομα και τους λαούς
·
να
εξευγενίζει τον άνθρωπο
·
να
ηρεμεί και να ψυχαγωγεί
ζ.
αθλητισμός
·
να
είναι αγωγός πνευματικής και ηθικής καλλιέργειας
·
φορέας
κοινωνικοποίησης
·
να
επιφέρει σωματική και ψυχική ευεξία
·
να
είναι ενοποιητικός παράγοντας ατόμων και λαών
η.
διεθνείς οργανώσεις – φορείς
·
συνεργασία
μεταξύ τους για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και επίλυση διεθνών
προβλημάτων
·
αποτελεσματική
παρέμβαση και ουσιαστική αξιοποίηση του ρόλου τους
θ.
επιστήμη-τεχνολογία
·
εφεύρεση
φιλικών προς το περιβάλλον τεχνολογικών εργαλείων
·
χρήση
νέων πηγών ενέργειας
·
αποχή
του επιστήμονα από πολιτικο-οικονομικά συμφέροντα
·
συνεργασία
διεθνών φορέων
·
επιβολή
ηθικών ορίων στην έρευνα και στην εφαρμογή της
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)